Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Τα ελάσσονα και τα μείζονα σε έναν ασταθή περίγυρο


Όταν πριν από ακριβώς ένα χρόνο γεννιόταν τούτη εδώ η στήλη,  κρυφή φιλοδοξία του γράφοντος ήταν, μέσα από τις φιλόξενες σελίδες της «Θεσπρωτικής»,  να επιχειρήσει να συνδέσει τα τοπικά ζητήματα με τις υπερτοπικές λύσεις που συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, επιβεβλημένη ανάγκη των καιρών. Στόχος μου ήταν και παραμένει να εστιάζω σε ολόκληρη την εικόνα και όχι στα αποσπασματικά πλάνα, να εξετάζω όλο το ψηφιδωτό, πριν να κρίνω αν η μικρή ψηφίδα είναι στη σωστή θέση της, να βλέπω το δένδρο χωρίς, όμως,  να χάνω τη μαγεία του δάσους.

Κάνοντας, ωστόσο, ένα μίνι απολογισμό, καθώς συμπληρώθηκαν πενήντα δύο συναπτές εβδομαδιαίες παρεμβάσεις, διαπιστώνω  -όχι με ιδιαίτερη ευχαρίστηση, πρέπει να ομολογήσω- πως όλο αυτό το διάστημα τα «ά-τοπα», που είναι το δεύτερο συνθετικό στοιχείο της στήλης, βρέθηκαν πολύ ψηλότερα στην συχνότητα των, ανά Τρίτη, επισημάνσεων μου, από τα «τοπικά», που, εξ αρχής, επεδίωκα να προτάξω.

Μοιραία, όμως, πρέπει να αναγνωρίσει κανείς, αφού τα όσα πρωτόγνωρα επεφύλαξαν, σε όλους εμάς που συναποτελούμε τις μεταπολεμικές γενιές της ευημερίας, οι εξελίξεις σε εθνικό, αλλά κυρίως σε διεθνές επίπεδο, που μεσολάβησαν το τελευταίο δωδεκάμηνο, δεν άφησαν, δυστυχώς, παρά ελάχιστα περιθώρια για να ασχοληθεί κανείς σοβαρά με τα ουσιώδη τοπικά ζητήματα και να τα εντάξει στο γενικότερο πλαίσιο αναφοράς με το οποίο σχετίζονται.

Γι΄ αυτό και αρκετές φορές, αν και στις αρχικές μου προθέσεις, όταν ξεκινούσα να γράφω, ήταν να ασχοληθώ με «τα δικά μας», παίρνοντας αφορμές είτε από τις συνεδριάσεις του Περιφερειακού Συμβουλίου ή από τις επαφές μου με συντοπίτες που πονούν για τούτα τα χώματα, στην πορεία, συνήθως, «ξεστράτιζα» και πολύ φοβάμαι το ίδιο θα συμβεί και με τούτο το σημείωμα.

Πως, για παράδειγμα, σε ένα τόσο αλληλένδετο κόσμο, να θέσεις το ζήτημα της εκτίναξης της τοπικής ανεργίας, όταν οι στρόφιγγες των τραπεζών παραμένουν ερμητικά κλειστές, ακόμη και για τους φερέγγυους δανειολήπτες, ή όταν τα μικρά και, ακόμη περισσότερο, τα μεγάλα δημόσια έργα έχουν «μπει στον πάγο», επειδή κατά το κοινώς λεγόμενο «δεν υπάρχει σάλιο»;

Και τι να πεις  για τον τοπικό καταστηματάρχη, που δικαίως διαμαρτύρεται «βαρώντας μύγες», όταν σε όλη την Ελλάδα συμβαίνει το ίδιο, επειδή οι, μέχρι χθες, πελάτες των καταστημάτων έχουν υποστεί τις ανελέητες οριζόντιες περικοπές των εισοδημάτων τους, με τις μειώσεις μισθών και συντάξεων, στις οποίες προστέθηκαν και κάθε λογής «χαράτσια»;      

Χωρίς αυτό να αποτελεί άλλοθι για να φορτώνουμε σε άλλους τις δικές μας αναμφισβήτητες ευθύνες για πολυετείς παραλείψεις και χρόνιες παθογένειες, που εξακολουθούν να υφίστανται, συνιστά, πλέον, αδιαπραγμάτευτη πραγματικότητα ότι, στην τρέχουσα συγκυρία, τις προτεραιότητες όλων μας τις επικαθορίζει, περισσότερο παρά ποτέ άλλοτε σε ειρηνικές περιόδους της παγκόσμιας ιστορίας, ο ευρύτερος και, κατά βάση, ο διεθνής περίγυρος.

Σε μια άλλη διάσταση, το ίδιο ζήτημα τίθεται και από το γεγονός ότι πολλοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, αλλά και διαμορφωτές της κοινής γνώμης αρνιόταν να αναγνωρίσουν μέχρι πρότινος, ότι, δηλαδή, η χώρα μας δεν ήταν το μείζον πρόβλημα της ευρωζώνης, παρά αποτελούσε τον αδύναμο κρίκο, για τον οποίο ήταν επιτακτική η ανάγκη να θωρακιστεί με επίδειξη κοινοτικής αλληλεγγύης και όχι με αντιμετώπιση αποδιοπομπαίου τράγου.

Τώρα, όμως, που η κρίση χτυπάει το κέντρο της ευρωζώνης, αρχίζει σιγά – σιγά να γίνεται ευρύτερη πεποίθηση πως, τα στερεότυπα για τους «τεμπέληδες του Νότου» και οι ασφυκτικές πιέσεις προς την Ελλάδα, δεν συνιστούν –και πως θα μπορούσαν άλλωστε;- σοβαρή πρόταση για την αντιμετώπισης μιας, όπως πλέον αναγνωρίζεται από όλους, βαθιάς συστημικής κρίσης και, αντιθέτως, καταδεικνύουν το ευρωπαϊκό έλλειμμα ηγεσίας.     

Αλλά και στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο,  τα νέα δεδομένα που προκύπτουν, κάνουν, νομίζω, σαφές πως οι υστερικές αντιμνημονιακές κραυγές μεγάλης μερίδας που πολιτικού κόσμου και των μέσων ενημέρωσης,  προσέφεραν κακή υπηρεσία στην ελληνική κοινωνία, η οποία μπορεί δικαίως να διαμαρτύρεται για τα δεινά που υφίσταται. Το δίκιο της διαμαρτυρίας, όμως, δεν μπορεί να αποτελεί το πρόσχημα για να μην αλλάξει τίποτε, όταν όλοι αναγνωρίζουμε η αλλαγή είναι ένα μείζον ζήτημα.

Εκείνο που, κατά την άποψή μου, προέχει, λοιπόν, είναι σε αυτό τον ιδιαίτερα ασταθή περίγυρο, να ξεχωρίσουμε τα μείζονα από τα ελάσσονα ζητήματα και, αφού ξεκαθαρίσουν τα πρώτα, να ριχτούμε στη μάχη και για τα δεύτερα.  

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

Μύθοι και πραγματικότητες με αφορμή τη νέα κυβέρνηση

«Θα έπεφταν και τα τσιμέντα…», αν γινόταν γνωστό το παρασκήνιο που προηγήθηκε του σχηματισμού της νέας κυβέρνησης, έγραφε, προ ημερών, στην προσωπική του στήλη ένας από τους εκδότες που πρωταγωνίστησαν στην επιλογή  του νέου πρωθυπουργού και στην αναγκαστική στροφή που υποχρεώθηκαν να κάνουν οι αρχηγοί των δύο μεγάλων παρατάξεων, εγκαταλείποντας τους αρχικούς σχεδιασμούς να ηγηθεί του νέου σχήματος πολιτικό πρόσωπο και όχι ο τεχνοκράτης Λουκάς Παπαδήμος.
Η αμφίσημη αυτή έκφραση μπορεί να είναι ανοιχτή σε πολλές ερμηνείες, για τους γνωρίζοντες, όμως, συνιστά μια επιπλέον απόδειξη για το πόσο ευάλωτο είναι το εγχώριο πολιτικό σύστημα στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η οικονομική κρίση, αλλά, συνάμα, και πόσο αδύναμο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των δύσκολων περιστάσεων που διέρχεται η χώρα και να πείσει την ελληνική κοινωνία για τις πραγματικές διαστάσεις των προβλημάτων, αλλά και τις εφικτές λύσεις που απαιτείται να δοθούν.
Στον Τύπο και στις τηλεοράσεις, πολύ περισσότερο δε στο διαδίκτυο, αλλά ακόμα και στο ίδιο το Κοινοβούλιο, διακινούνται διάφορες θεωρίες για το πώς οδηγηθήκαμε στην κυβέρνηση Παπαδήμου, με την πλειονότητά τους να διαπνέεται από ένα πνεύμα συνωμοσιολογίας, που θέλει ως αφανείς σκηνοθέτες άλλοτε τα εγχώρια οικονομικά συμφέροντα και άλλοτε κάποιες απροσδιόριστες διεθνείς δυνάμεις που βυσσοδομούν εναντίον μας.     
Αν και ήμουν από εκείνους που έχουν επιχειρηματολογήσει κατά της κυβερνητικής λύσης που δόθηκε (σε αυτή τη στήλη έχω γράψει επανειλημμένα εναντίον μιας τέτοιας προοπτικής,  όπως, π.χ., στις 17/5, υπό τον τίτλο «Μόνον η πολιτική μπορεί να δώσει λύσεις»), εν τούτοις, πιστεύω, πλέον, ότι η υποχρεωτική «συγκατοίκηση» του ετερόκλητου αυτού συνονθυλεύματος, υπήρξε μια «λυτρωτική» εξέλιξη, υπό την έννοια ότι συμβάλει στο να διαλυθούν ορισμένοι από τους μύθους που θεωρώ ότι, όπως ενδεικτικά καταγράφονται πιο κάτω, επιδρούν καθοριστικά στην αδυναμία ορθολογικής ανάλυσης της πραγματικότητας.
Μύθος πρώτος: Η κρίση προέκυψε επειδή η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν δανείστηκε εγκαίρως, καθώς ήθελε να φέρει το ΔΝΤ. Το γεγονός και μόνον ότι η «τρόικα» καλείται επειγόντως να παράσχει συνδρομή σε σειρά ευρωπαϊκών χωρών, από την βιομηχανικά ισχυρή Ιταλία έως την μέχρι πρότινος  εμφανιζόμενη ως «εθνικά υπερήφανη» Ουγγαρία, κονιορτοποιεί κάθε τέτοιον ισχυρισμό. Εκτός αν πιστεύει κανείς ότι Ρώσοι και Κινέζοι ήταν διατεθειμένοι να δανείσουν την Ελλάδα και μόνον την Ελλάδα, αλλά επειδή εκείνη δε δέχτηκε την προσφορά, θύμωσαν και, παρά τα υψηλά επιτόκια που προσφέρονται, δεν δανείζουν κανέναν άλλο.
Μύθος δεύτερος: Το δημοψήφισμα που πρότεινε ο τέως πρωθυπουργός μείωσε την αξιοπιστία της χώρας και γι΄ αυτό ζητούν έγγραφες δεσμεύσεις για να πάρουμε την έκτη δόση. Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου καλούσε τον αρχηγό της ΝΔ να πάνε μαζί στις Βρυξέλλες στις 26 Οκτωβρίου, ο Αντώνης Σαμαράς απαντούσε ότι δε μπορούσε «να συναινέσει στο λάθος», τώρα, όμως, που ζητείται η δική του συνυπογραφή (όπως, άλλωστε, έχει ήδη γίνει με ομολόγους του σε Πορτογαλία και Ιρλανδία), θεωρεί μείζονα στόχο της παρούσας κυβέρνησης την εκταμίευση της δόσης και την έγκριση των αποφάσεων της συνόδου Κορυφής.    
Μύθος τρίτος: Ο Παπαδήμος είναι ο άνθρωπος των τραπεζών που τον επέβαλαν για να σωθούν.  Ο σημερινός πρωθυπουργός –καλώς ή κακώς- εργάστηκε μόνο στον δημόσιο τομέα και από τις θέσεις που κατείχε συνήθως είχε ελεγκτικό ρόλο έναντι του ιδιωτικών τραπεζών. Επεσήμανε, βεβαίως, πρόσφατα κινδύνους για τις τράπεζες εξαιτίας του αυξημένου «κουρέματος», αλλά, ούτως ή άλλως, τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η επανακεφαλαιοποίησή τους –δηλαδή, αν θα έχουν προνομιούχες ή κοινές μετοχές, που θα έχουν επίπτωση στο ιδιοκτησιακό τους καθεστώς- ο βαρύνων λόγος ανήκει στο Κοινοβούλιο.  
Μύθος τέταρτος: Η Ευρώπη θα μας σώσει ούτως ή άλλως, για να αποφύγει τη μετάδοση της κρίσης σε όλη την ευρωζώνη. Η κρίση στην ευρωζώνη, δυστυχώς, επεκτείνεται και αυτό δεν είναι καλό, καθώς το «γενναιόδωρο» ευρωπαϊκό πακέτο που φτιάχτηκε ειδικά για μας, που είχαμε τα μεγαλύτερα προβλήματα, θα αποδειχθεί ανεπαρκές για τα συνολικότερα προβλήματα που αναδύονται, οπότε είναι πιθανό δεδομένα του σήμερα να αποτελέσουν σοβαρά ενδεχόμενα του κοντινού αύριο.   
Μύθος πέμπτος: Η έκδοση του ευρωομολόγου θα αντιμετωπίσει τις αδηφάγες αγορές και, ως «πανάκεια», θα μας απαλλάξει , μεταξύ άλλων, από τα άδικα «χαράτσια». Πλανώνται πλάνην οικτρά όσοι πιστεύουν ότι μια χώρα που μέχρι πρότινος δεν ήξερε πόσους μισθοδοτούσε το δημόσιο και ακόμη δεν έχει μάθει πόσες χιλιάδες «μαϊμού» συντάξεις χορηγούν τα ασφαλιστικά της ταμεία, μπορεί να επιβάλει, έστω και με τη συνηγορία άλλων υπερδανεισμένων χωρών, την απαίτηση να δανείζεται με «γερμανικά» επιτόκια, συνεχίζοντας το σπορ της φοροδιαφυγής.  
Μύθος έκτος: Θέλουν να μας βγάλουν από το ευρώ (ή να μας κρατήσουν, γιατί εδώ οι συνωμοσιολόγοι αντιφάσκουν) με στόχο να μας πάρουν φθηνά την κρατική περιουσία. Αν ως χώρα ενστερνιστούμε το επιχείρημα που προβάλλουν τελευταία ορισμένοι «επώνυμοι» φοροφυγάδες, οι οποίοι θέλουν να διατηρήσουν τις πολυτελείς τους κατοικίες –ακόμη και στο Μαϊάμι-, αλλά να μην πληρώνουν τον ΦΠΑ που ενθυλάκωσαν, νομίζω ότι δεν θα μας λυπηθεί κανείς στο εξωτερικό.
Θα μπορούσα να συνεχίσω, παραθέτοντας πολλούς ακόμη «μύθους» αυτού τους είδους, αλλά νομίζω ότι είναι καλύτερα να αφήσουμε την ίδια την πραγματικότητα να ολοκληρώσει το «απομυθοποιητικό» της έργο, έστω και αν αυτό θα έχει τίμημα που θα κληθούμε, δυστυχώς, να το πληρώσουμε όλοι μαζί.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

Συνεννόηση, ενότητα, σύνεση, απέναντι στα κομματικά λάβαρα

Δεν ξέρω αν οφείλεται στη μακρά παράδοση των συμμαχικών κυβερνήσεων που έχουν, ή αν… παραδειγματίστηκαν από την Ελλάδα, αλλά στη γειτονική μας  Ιταλία, όπου τα οικονομικά προβλήματα είναι σαφώς μικρότερα από τα δικά μας, κινήθηκαν πολύ πιο γρήγορα και μάλλον πιο αποφασιστικά και αποτελεσματικά από την ελληνική πολιτική ηγεσία.
Ο Μάριο Μόντι αντικατέστησε τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι σε συντομότερο χρόνο από εκείνον που χρειάστηκε ο Λουκάς Παπαδήμος για να διαδεχθεί τον Γιώργο Παπανδρέου, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι οι ιταλικές πολιτικές ηγεσίες, με την ενεργό ανάμειξη του Προέδρου της ιταλικής Δημοκρατίας Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, συνεννοήθηκαν καλύτερα και «έλυσαν τα χέρια» του μεταβατικού πρωθυπουργού, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία της Ιταλίας χωρίς ασφυκτικά εκλογικά χρονοδιαγράμματα.
Υπό αυτές τις συνθήκες ο Ιταλός τεχνοκράτης πρωθυπουργός ξεκινά με καλύτερους οιωνούς από τον Έλληνα ομόλογο και «ομότεχνό» του, ο οποίος, εξαιτίας και της –αλλοπρόσαλης- κυβέρνηση που υποχρεώθηκε να σχηματίσει, μοιάζει να έχει «δεμένα τα χέρια» και καλείται να κινηθεί εν μέσω αμφιθυμιών και αμφιταλαντεύσεων των εγχώριων πολιτικών δυνάμεων που τον στηρίζουν, αλλά και της πολεμικής ατμόσφαιρας που συντηρούν όσοι ήθελαν «εδώ και τώρα εκλογές».
Κάποιοι ισχυρίζονται πως ήταν οι «παλινωδίες» του τέως πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου που οδήγησαν στη δυστοκία που παρακολουθήσαμε στη συγκρότηση του νέου κυβερνητικού σχήματος. Άλλοι αποδίδουν την εξέλιξη στην «αναποφασιστικότητα» του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Αντώνη Σαμαρά να συναινέσει σε κάτι που περισσότερο από ενάμισι χρόνο αρνιόταν να αναγνωρίσει.
Ό,τι και από τα δύο και αν ισχύει, θεωρώ ότι, στην παρούσα συγκυρία, δεν έχει ιδιαίτερη αξία, παρά μόνον ίσως για να αποφανθεί ο ιστορικός του μέλλοντος ποιος έδειξε μεγαλύτερη γενναιότητα: αυτός που μπήκε στη φωτιά και, ενδεχομένως, ελλείψει σχεδίου και πυξίδας, «κάηκε», ή εκείνος  που μέχρι την τελευταία ώρα καθόταν απ΄ έξω και περιοριζόταν να κριτικάρει τη λάθος τακτική που ακολουθούσαν οι πυροσβέστες;
Η απάντηση, όμως, σε τέτοια ερωτήματα, θεωρώ ότι δεν είναι της παρούσης. Όταν η Ευρώπη, αλλά και ο πλανήτης ολόκληρος, κλονίζονται από ισχυρές προσεισμικές δονήσεις, εκείνο που, κατά τη γνώμη μου, προέχει είναι να κάνουμε ότι μπορούμε για να προστατευθούμε από τον επερχόμενο τεκτονικό σεισμό που απειλεί το ετοιμόρροπο οίκημα που λέγεται Ελλάδα. Και αυτό το καθήκον δεν ανήκει μόνον στις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις, αλλά αφορά ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, η απειλή που αντιμετωπίζουν σήμερα η Ευρώπη και οι λαοί της μοιάζει με τις παραμονές του τελευταίου Παγκόσμιου Πολέμου που, ας μην ξεχνάμε, μια από τις βασικές αιτίες που τον προκάλεσαν ήταν η οικονομική κρίση του 1929, η οποία, μπορεί να ξέσπασε σε μια περίοδο που ο πλανήτης δεν ήταν τόσο παγκοσμιοποιημένος, όσο σήμερα, δεν άφησε, παρά ταύτα, κανένα έθνος ανεπηρέαστο.
Ο τότε ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, όντας πολιτικός κρατούμενος, δεν δίστασε, την επομένη της επίθεσης κατά της Ελλάδας, να συντάξει ανοικτή επιστολή και να ζητήσει συστράτευση του ελληνικού λαού στην αντίσταση κατά της απειλής που αντιμετώπιζε η χώρα. «Στον πόλεμο αυτόν που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη», έγραφε.
Το παράδειγμα του, δυστυχώς, δεν φαίνεται να οδηγεί πολλούς σύγχρονους Έλληνες, ομοϊδεάτες του και μη. Αντιθέτως, είναι αρκετοί εκείνοι που, προτάσσοντας το στενό προσωπικό τους όφελος, αδιαφορούν για τις συνέπειες που προκαλούν στο συλλογικό συμφέρον η υπόθαλψη των φαινομένων ανομίας που διατρέχουν την ελληνική κοινωνία και που, εν τέλει, δεν υπηρετούν, αλλά, κατά τη γνώμη μου, βλάπτουν τα πλέον αδύναμα στρώματα που χτυπιούνται από τη κρίση και θα χτυπηθούν ακόμη περισσότερο από την πλήρη κατάρρευση.
Αναρωτιέμαι, ειλικρινά, πόσο βλαπτικό για την ταξική πάλη, που επαγγέλλονται οι αριστερές δυνάμεις, θα ήταν ένα χρονικά περιορισμένο «μορατόριουμ», έως ότου κατακάτσει ο παγκόσμιος κουρνιαχτός από τη δίνη της οικονομικής κρίσης. Ακόμη μεγαλύτερη είναι η απορία μου με την επιμονή για προσφυγή στις κάλπες μέσα σε αυτό το δυσοίωνο διεθνές περιβάλλον, πριν καν η νέα κυβέρνηση και, κυρίως ο νέος πρωθυπουργός, δώσουν ένα πρώτο δείγμα γραφής.
Πιστεύω πως αν, έστω και για λίγο, υποσταλούν τα κομματικά λάβαρα, η Ελλάδα θα μπορούσε να σηκωθεί λίγο ψηλότερα. Και ευελπιστώ πως οι πολίτες, όταν, αργά ή γρήγορα, έρθει η ώρα της δικής τους ετυμηγορίας, θα επιβραβεύσουν εκείνους που θα ενστερνιστούν το τρίπτυχο: συνεννόηση, ενότητα και σύνεση, το οποίο προέταξε στην πρώτη δήλωσή του ο νέος πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

Μετά τα μικρά βήματα πίσω, το μεγάλο άλμα προς τα εμπρός


Δυσκολεύομαι ειλικρινά να αποφασίσω τελεσίδικα αν πρέπει να ευαρεστείται ή να δυσαρεστείται κανείς για τις τελευταίες εξελίξεις στο πολιτικό πεδίο με την απόφαση της πολιτικής ηγεσίας της χώρας να καταλήξει –επιτέλους!- σε ένα μίνιμουμ συνεννόησης και στο σχηματισμό κυβέρνησης ευρύτερης στήριξης.
Η δυσκολία που αισθάνομαι εδράζεται στο γεγονός ότι δεν θέλω να κάνω την επιθυμία μου πραγματικότητα και, πολύ περισσότερο, γιατί πιστεύω πως τα μικρά βήματα πίσω που έγιναν την τελευταία εβδομάδα από τους πολιτικούς ταγούς, θα πρέπει να συνοδευτούν από ένα μεγάλο άλμα μπροστά που πρέπει να γίνει από την ελληνική κοινωνία για να αποφύγουμε οριστικά το γκρεμό, στον οποίο κρεμόμαστε εδώ και αρκετό καιρό.
Όπως επανειλημμένα στο παρελθόν, έτσι και τις τελευταίες ώρες, αναρωτιέμαι γιατί έπρεπε να φτάσουμε να απειλούμαστε, μέσω ταπεινωτικών τελεσιγράφων από τους εταίρους μας, με άμεση έξωση από το ευρώ για να συνειδητοποιηθούν οι τεράστιοι κίνδυνοι από την πορεία που ακολουθούσε η χώρα και να γίνει η επαναφορά στη σφαίρα της λογικής, με τόσο μεγάλη καθυστέρηση.
Δεν θέλω να καταλογίσω ευθύνες για το ποιος φταίει περισσότερο ή λιγότερο γι΄ αυτή την αργοπορία, ούτε πιστεύω ότι είναι ώρα να κοιτάξουμε πίσω και να θυμηθούμε τους όρους με τους οποίους διεξαγόταν, μέχρι πρότινος, ο δημόσιος διάλογος και ποιο ήταν το κλίμα υπό το οποίο οδηγηθήκαμε στις τελευταίες εξελίξεις.  
Οι «ωδίνες», ωστόσο, που προηγήθηκαν του «τοκετού» του νέου κυβερνητικού σχήματος, αλλά και η προσπάθεια που ήδη άρχισε για να πειστούν τα φανατικά ακροατήρια για το ποιος υποχώρησε λιγότερο ή περισσότερο από τον άλλο, δεν με κάνουν και πολύ αισιόδοξο για την επιτυχία και κυρίως για την μακροημέρευση του εγχειρήματος.
Θέλω, παρά ταύτα, να πιστέψω ότι αυτό θα συμβεί και όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου και παραδώσει η νέα κυβέρνηση τα ηνία στην επόμενη, θα έχει απομακρυνθεί οριστικά το φάσμα της επανόδου της χώρας σε ένα εθνικό νόμισμα και θα έχουμε επιστρέψει πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά στην ευρωπαϊκή ήπειρο.    
Χωρίς να με βρίσκει αντίθετο το αίτημα να «μιλήσει ο λαός», που από πολλές πλευρές προβάλλεται, ο ορισμός της ημερομηνίας των εκλογών σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, είναι ήδη μια υπονομευτική διαδικασία που θα επικρέμαται ως δαμόκλειος σπάθη, πάνω από τα κεφάλια όσων απαρτίζουν το νέο κυβερνητικό σχήμα.
Στο διάστημα, άλλωστε, ως τις εκλογές χρειάζεται να γίνουν πάρα πολλά, αλλά εκείνο που, κατά τη γνώμη μου, απαιτείται κυρίως είναι να αρχίσουν να αλλάζουν οι καταστροφικές νοοτροπίες των κάθε λογής ισχυρών αυτού του τόπου (επιχειρηματιών, μηντιαρχών, συνδικαλιστών, τοπαρχών, κ.ά.) που διαχέονται σε όλη την κοινωνία, στο όνομα της διατήρησης των «προνομίων» που εξασφάλισαν στο πέρασμα των χρόνων και για τη διατήρηση των οποίων αγωνίζονται.
Αν συνεχίσουμε να πορευόμαστε με «τσιτάτα» περί… κατοχικής κυβέρνησης που υπακούει στα κελεύσματα ξένων αφεντικών και ενστερνιζόμενοι κάθε είδους θεωρίες συνωμοσίας, η παραλυτική διαδικασία που έχει καταλάβει σχεδόν από άκρου εις άκρον την Ελλάδα, δεν θα επιτρέψει την απαραίτητη επανεκκίνηση για την οποία όλοι μιλάμε, αλλά λίγοι αγωνίζονται για να συμβεί.
Η χώρα, εξάλλου, δεν μπορεί παρά να εξακολουθήσει να παραμένει καθηλωμένη και να κινδυνεύσει να βρεθεί πολύ σύντομα καθημαγμένη όσο συνεχίζονται τα πολυσχιδή φαινόμενα ανομίας που παρατηρούνται σε όλο το εύρος της δημόσιας ζωής, με τα πολυποίκιλα (δήθεν) κινήματα «δεν πληρώνω», τα οποία, μπορεί να προβάλλουν ως άλλοθι τους ατιμώρητους πολιτικούς που πρωταγωνίστησαν σε σκάνδαλα, αλλά, τις περισσότερες φορές, συγκροτούνται ή καλύπτονται από πρόσωπα που διαπιστωμένα συμπεριλαμβάνονται στους έχοντες και κατέχοντες.
Επειδή θέλω να μείνω αισιόδοξος, θα κλείσω ευχόμενος τα μικρά βήματα πίσω που έγιναν από τις κομματικές ηγεσίες να ακολουθηθούν από το μεγάλο άλμα μπροστά που πρέπει να γίνει από όλους μας. Οι καιροί ου μενετοί!

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Με εξάρσεις βίας και χάους δεν «ξορκίζεται» η κρίση


Ο θυμός, η διαμαρτυρία, ακόμη και η ανάγκη για εκτόνωση από την ασφυκτική πίεση, την οποία αισθάνεται η ελληνική κοινωνία, που επί δεκαετίες είχε «εκπαιδευθεί» με εντελώς διαφορετικό τρόπο από εκείνον με τον οποίο καλείται να πορευθεί εφεξής, δικαιολογούνται. Δικαιολογημένη, επίσης, ως ένα βαθμό, μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να θεωρηθεί και η εκδήλωση ασυνήθιστων μορφών αντίδρασης από εκείνους που πλήττονται βάναυσα από την κρίση.
Πίσω, ωστόσο, από τα πρόσφατα θλιβερά έκτροπα, είτε αυτά αφορούν τις προ ημερών συγκρούσεις διαδηλωτών στην πλατεία Συντάγματος, που επεκτάθηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας, είτε το αποκορύφωμα των ανεξέλεγκτων αντιδράσεων, με τη διακοπή των παρελάσεων κατά την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, ελλοχεύουν πολύ σοβαροί κίνδυνοι για την κοινωνική συνοχή και τη δημοκρατική ομαλότητα.
Οι δυνάμεις της βίας, του χάους και του μηδενισμού που έχουν απελευθερωθεί, βρίσκουν, δυστυχώς, πρόσφορο έδαφος για να προωθήσουν ιδέες και πρακτικές, τι οποίες είναι βέβαιο ότι η συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας, παρόλο που παρακολουθεί απαθής και αμήχανη τα τεκταινόμενα, απεύχεται να ζήσει τις συνέπειες της πλήρους εφαρμογής τους.  
Η ανομία, η αμαύρωση εθνικών επετείων, η ισοπέδωση θεσμών, η καταστροφική μανία εναντίον δημόσιας, αλλά και ιδιωτικής περιουσίας, η ποδοπάτηση συμβόλων, τα υβριστικά συνθήματα και –γιατί όχι;- οι υπερβολικές και διαστρεβλωτικές αναφορές από πολιτικά πρόσωπα, όπως και από μέσα ενημέρωσης που εκπροσωπούν συγκεκριμένα συμφέροντα, στις διαστάσεις των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, σε τίποτε δεν εξυπηρετούν τους αδυνάτους της κοινωνίας μας, στο όνομα των οποίων υποτίθεται ότι εξεγείρονται πολλοί από τους διαμαρτυρόμενους που ανήκουν στην τάξη των βολεμένων.    
Αποτελεί κανόνα απαράβατο πως με την επικράτηση κοινωνικών συνθηκών «ζούγκλας», οι πρώτοι οι οποίοι θίγονται είναι οι αδύναμοι που γίνονται βορά στους ισχυρούς, οι οποίοι έχουν τρόπους να προστατεύουν τα δικά τους «κεκτημένα». Οι δημοκρατικές συνθήκες είναι οι μόνες που επιτρέπουν στους πολλούς να εκφράσουν τη βούλησή τους και, με την συλλογική ή την ατομική  δράση τους, να απαιτήσουν και να επιβάλλουν καλύτερες συνθήκες ζωής.
Η παγκόσμια, αλλά και η ελληνική, ιστορία βρίθουν από επεισόδια επικράτησης αυταρχικών λύσεων από δυναμικές μειοψηφίες, οι οποίες, σχεδόν πάντα, ήρθαν ως επιστέγασμα παρατεταμένων καταστάσεων πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, κατά τις οποίες οι θιασώτες του αυταρχισμού και της βίας, εκμεταλλευόμενοι, κατ΄ εξοχήν,  τις οικονομικές δυσκολίες, είχαν πάρει το «πάνω χέρι», εμφανιζόμενοι ως δήθεν υπερασπιστές των συμφερόντων του λαού.  
Η άνοδος του ναζισμού και του φασισμού μετά τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την οικονομική κρίση του 1929, ο ελληνικός εμφύλιος που ακολούθησε με το τέλος του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα Δεκεμβριανά και την αποτυχία εφαρμογής της συμφωνίας της Βάρκιζας –για την οποία η σημερινή ηγεσία της Αριστεράς δυσπιστεί (!) αν έπρεπε να είχαν κατατεθεί τα όπλα και αν καλώς ή κακώς δεν ενταχθήκαμε στον ανατολικό συνασπισμό-, όπως και οι κραυγές «δεν βρίσκεται ένας λοχίας» της περιόδου πριν από το 1967, είναι μόνον μερικά κραυγαλέα παραδείγματα.
Δεν υιοθετώ, ούτε κατά κεραία, τις ανοησίες που γράφηκαν αυτές τις μέρες σε μια γερμανική εφημερίδα για δήθεν κίνδυνο μιας νέας δικτατορίας στην Ελλάδα, γιατί η χώρα μας είναι πλέον μια ανοικτή ευρωπαϊκή κοινωνία που, παρόλα τα τρωτά και τα στραβά και τα ανάποδα που συμβαίνουν στο εσωτερικό της, δεν μπορεί να ποδηγετηθεί και να αποδεχθεί αυταρχικές λύσεις, όπως αυτές ίσως που έχουν κατά νου οι μειοψηφίες που φωνάζουν «Παπούλια, προδότη» (!) και θέλουν «κρεμάλες για όλους τους πολιτικούς», με μόνο στόχο, φυσικά, να πάρουν οι ίδιοι τα ηνία.
Δεν μπορώ, όμως, να κρύψω, την ανησυχία που ένοιωσα παρακολουθώντας τις εξελίξεις στην παρέλαση της Θεσσαλονίκης, αλλά και τη συνέχεια τους, όταν εκπρόσωποι πολιτικών δυνάμεων δεν εύρισκαν λόγια για την αυθωρεί και παραχρήμα καταδίκη της επίθεσης κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας ή άλλοι που έστρεφαν τα πυρά τους κατά της –σοφής, κατά τη γνώμη μου- απόφασης να μην επέμβει η Αστυνομία, επέμβαση που, αν είχε γίνει, θα αποτελούσε τη θρυαλλίδα για να μετατραπεί ολόκληρη η χώρα σε «Γης μαδιάμ», όπως ακριβώς επιδιώκουν οι δυνάμεις του αυταρχισμού και του χάους.       
Εκείνο το οποίο, νομίζω, ότι έχει περισσότερο ανάγκη τούτες τις δύσκολες ώρες η κοινωνία μας είναι η περίσκεψη, η ψυχραιμία και η αυτοσυγκράτηση στη δράση τόσο των συλλογικών οντοτήτων, όσο και ενός εκάστου εξ ημών. Με τις ακραίες εκδηλώσεις, τα ξεσπάσματα βίας, τις καταστροφές δεν «ξορκίζεται» η οικονομική κρίση. 
Καθώς βρισκόμαστε στο σκοτεινό και δύσβατο τούνελ της παρατεταμένης κρίσης, το χειρότερο που μπορεί να μας συμβεί είναι να ξεσπάσουμε πάνω στον συρμό που αγκομαχώντας παλεύει να μας βγάλει στο επόμενο ξέφωτο.  Το μόνο που επιτυγχάνουμε με τέτοιες ενέργειες είναι να παρατείνουμε την καθήλωση, στην οποία μας οδήγησαν χρόνιες παθογένειες.  

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.