Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άδωνις Γεωργιάδης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άδωνις Γεωργιάδης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 31 Μαρτίου 2023

Επτά εβδομάδες για σκανδαλοθηρία ή προγραμματικές αντιπαραθέσεις

Ελάχιστοι υποθέτω ότι είναι εκείνοι που μπορεί να εξεπλάγησαν από την τροπή που έλαβε η αντιπαράθεση με την οποία εγκαινιάστηκε η προεκλογική περίοδος μόλις ανακοινώθηκε η ημερομηνία κατά την οποία θα στηθεί η πρώτη βουλευτική κάλπη.

Σαν έτοιμα από καιρό τα κομματικά επιτελεία ξεκίνησαν να ξύνουν τον πάτο των βαρελιών με τα κρυμμένα μυστικά και τα ντοκουμέντα για τα «άπλυτα» των αντιπάλων τους, επιχειρώντας να κατακλύσουν την πολιτική ατμόσφαιρα με (εντός ή εκτός εισαγωγικών) αποκαλύψεις.

Το σκηνικό, άλλωστε, δεν είναι ούτε πρωτοφανές ούτε πρωτόγνωρο. Αντιθέτως θα έλεγε κανείς ότι είναι αφόρητα επαναλαμβανόμενο. Σε βαθμό τέτοιο που να δημιουργείται η αίσθηση ότι έχουν χαρακτήρα... εθίμου.

Με ελάχιστες εξαιρέσεις, εξάλλου, στις περισσότερες εκλογικές αναμετρήσεις των πολλών τελευταίων ετών, στο βασικό μενού της προεκλογικής αντιπαράθεσης είχαν σταθερή θέση η σκανδαλοθηρία και η ένθεν κακείθεν απόπειρα δαιμονοποίησης του στελεχιακού δυναμικού της αντίπαλης παράταξης με χαρακτηρισμούς όπως «κλέφτες», «ανεπρόκοποι», «φοροφυγάδες», «μπαταξήδες», κ.ο.κ. 

Η πρακτική είναι γνωστή και δοκιμασμένη. Υποθέσεις οι οποίες φυλάσσονταν στα αρχεία των κομματικών επιτελείων για να χρησιμοποιηθούν στον... κατάλληλο χρόνο, άρχισαν να ανασύρονται από τα συρτάρια. 

Και όταν αυτές δεν επαρκούν για να δημιουργηθούν ισχυρές εντυπώσεις στην κοινή γνώμη, οι επιτετραμμένοι με την σκανδαλοθηρία δεν δυσκολεύονται να ξεφουρνίσουν ξαναζεσταμένες -υπαρκτές ή ανύπαρκτες- καταγγελίες με σκοπό να σερβιριστούν προς άγραν του ενδιαφέροντος του ανυποψίαστου φιλοθεάμονος κοινού.

Παρόλο όμως που είναι πολύ αμφίβολος ο βαθμός επιρροής που έχει αυτή η ατμόσφαιρα στην πλειονότητα των πολιτών και κυρίως σε εκείνους που δεν είναι φανατικά ταυτισμένοι με ένα κόμμα, το μοτίβο δεν αλλάζει. 

Ίσως επειδή η ευκολία που συνεπάγεται η εκτόξευση κατηγοριών είναι λιγότερο κοπιώδης από την προσπάθεια που χρειάζεται για να καταβάλει μια παράταξη προκειμένου να καταδείξει την υπεροχή της σε προγραμματικές προτάσεις.

Είναι, για παράδειγμα, πολύ πιο εύκολο να εξακοντίζει κάποιος μια επίκριση κατά των αντιπάλων του παρά να καταναλώνει φαιά ουσία για να παρουσιάσει μια επεξεργασμένη και τεκμηριωμένη πρόταση για έναν ή περισσότερους τομείς πολιτικής. Για το πρώτο αρκούν η ημιμάθεια, το θράσος και η αμετροέπεια. Το δεύτερο απαιτεί γνώση, προσπάθεια και πνευματική κόπωση.

Η εμπειρία έχει δείξει ότι η προεκλογική σκανδαλοθηρία σπανίως έχει μετρήσιμες επιπτώσεις στην εκλογική συμπεριφορά των πολιτών. Μπορεί να οπλίζει με «επιχειρήματα» τους ταγμένους της κάθε πλευράς, πλην όμως συνήθως αφήνει παγερά αδιάφορους τους μετακινούμενους ψηφοφόρους οι οποίοι αποτελούν το κρίσιμο υποσύνολο του εκλογικού σώματος που καθορίζει την ετυμηγορία της κάλπης.

Όπως και να έχει, οι εχέφρονες πολίτες δεν καταπίνουν αμάσητη την προπαγάνδα για την υποτιθέμενη αποκλειστικότητα του ηθικού πλεονεκτήματος. Είναι σε θέση να αναγνωρίζουν ότι ούτε οι «καλοί» είναι από τη μια όχθη ούτε οι «κακοί» από την άλλη. 

Η ζωή έχει διδάξει ότι οι απλοϊκότητες με βάση τις οποίες κάποιοι διατείνονται ότι τα πράγματα είναι μόνον «άσπρα» ή μόνον «μαύρα» δεν αποτυπώνουν την πολύπλοκη πραγματικότητα η οποία μας περιβάλει.

Είναι αλήθεια ότι οι ταγμένοι της μιας ή της άλλης πλευράς είναι εκείνοι που δίνουν τον τόνο. Εν προκειμένω, δεν λίγοι εκείνοι που αρέσκονται να υποστηρίζουν ότι αποτελεί μείζον πολιτικό ζήτημα το χαριστικό δάνειο που έλαβε από τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας πριν από αρκετά χρόνια ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Ραγκούσης για να οικοδομήσει ακίνητο το οποίο εκμεταλλεύεται εμπορικά. 

Ούτε φυσικά αποτελούν αμελητέα ποσότητα όσοι είναι έτοιμοι να πιστέψουν ότι τα ουκ ολίγα αρνητικά που βιώνουμε σχετίζονται με το γεγονός ότι ο αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης Νίκος Παπαθανάσης απηλλάγη από την εγγύηση που είχε παράσχει για να δανειοδοτηθεί επιχείρηση με την οποία σχετιζόταν.

Είναι βέβαιο ότι οι πολίτες στο σύνολό τους θα είχαν να κερδίσουν πολύ περισσότερα αν η δημόσια συζήτηση περιστρέφονταν γύρω από την αξιοπιστία των συγκεκριμένων προσώπων. 

Με άλλα λόγια, θα ήταν καλύτερο να συζητούμε για όσα υποστήριζε ο κ. Ραγκούσης προτού προσχωρήσει στον ΣΥΡΙΖΑ για τους πολιτικούς που αλλάζουν κόμματα για να εξασφαλίσουν τα επτά χιλιάρικα της βουλευτικής αποζημίωσης. 

Όπως και για το αν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα τα όσα ισχυρίζεται ο κ. Παπαθανάσης και ο πολιτικός του προϊστάμενος Άδωνις Γεωργιάδης τόσο για τη συγκράτηση των τιμών που υποτίθεται ότι επέφερε το λεγόμενο «καλάθι του νοικοκυριού» όσο και για τις ξένες επενδύσεις που προσελκύει η χώρα και οι οποίες άλλοι υποστηρίζουν ότι αποτελούν κατά βάση συναλλαγές στον τομέα του real estate.

Δεν έχω αμφιβολία ότι πηχυαίοι τίτλοι για τη «βίλα με πισίνα στην Πάρο που κτίστηκε με δάνειο της Εργατικής Κατοικίας» ή για το «βαθύ κούρεμα στο υπουργικό δάνειο» είναι πιο εύληπτοι για τη μάζα των πολιτών που είναι αποφασισμένοι να ψηφίσουν τη μια ή την άλλη παράταξη.

Διατηρώ, ωστόσο, εδραία την πεποίθηση ότι τη διαφορά στις κάλπες που θα στηθούν στις 21 Μαΐου θα την κάνει η μειοψηφία εκείνων που θα ψηφίσουν με κριτήριο τις προτάσεις που θα έχουν ενώπιον τους όταν μπουν στο παραβάν.

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2023

Ποιον συμφέρει η προεκλογική πόλωση;


Το «ποδαρικό» στην ακραία κομματική πόλωση που έκαναν τις προηγούμενες ημέρες ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης και ο μέχρι πρότινος εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Νάσος Ηλιόπουλος θα αμέμενε κανείς ότι θα ακολουθείτο από ένα τσουνάμι αντιδράσεων από το πολιτικό δυναμικό, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τους λεγόμενους διαμορφωτές της κοινής γνώμης.

Δύο από τα υπερπροβεβλημένα στελέχη των κομμάτων εξουσίας αντάλλαξαν ύβρεις –«είσαι κλόουν», «είστε άθλια υποκείμενα»- και αν οι οικοδεσπότες του τηλεοπτικού πρωινάδικου που τους «φιλοξενούσε» τους άφηναν αχαλιναγώγητους ουδείς γνωρίζει που θα κατέληγαν. Φεύ, όμως!

Ο άγριος καβγάς που είχαν μπροστά στις κάμερες αντιμετωπίστηκε ως κάτι σύνηθες. Ούτε οι ηγεσίες των κομμάτων τους τούς κάλεσαν να δώσουν εξηγήσεις. Ούτε φυσικά οι ίδιοι ένοιωσαν την ανάγκη να απολογηθούν για τη συμπεριφορά την οποία είχαν και την εικόνα που παρουσίασαν.

Με κυνικότητα, μάλιστα, μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι δεν αποκλείεται και ο ένας και ο άλλος να έφυγαν από τα τηλεοπτικά στούντιο ικανοποιημένοι για τη στάση τους. Είναι, άλλωστε, σαφές για τους παροικούντες στην Ιερουσαλήμ της εγχώριας πολιτικής ζωής, ότι οι τηλεοπτικοί καβγάδες είναι σχεδόν πάντοτε άκρως αποδοτικοί για τους ίδιους τους πρωταγωνιστές τους.

Οι οποίοι συχνά μόλις κλείνουν οι κάμερες φεύγουν… αγκαλιασμένοι από τα τηλεοπτικά πλατό.

Κακά τα ψέματα, οι φανατικοί οπαδοί, ανεξαρτήτως παρατάξεως, αρέσκονται στις επιθετικές συμπεριφορές που επιδεικνύονται τα στελέχη των κομμάτων που υποστηρίζουν. Έτσι όσο πιο εριστικός προς τους αντιπάλους του είναι κάποιος πολιτικός, τόσο πιο δημοφιλής γίνεται στους απαρτίζοντες τον κομματικό πυρήνα.

Μπορεί την ίδια ώρα να γίνεται απεχθής σε όλους τους υπολοίπους, που είτε είναι μετριοπαθείς και νουνεχείς πολίτες, είτε ανήκουν στους φανατικούς της άλλης πλευράς, αλλά αυτό δεν εμποδίζει την εκτίναξη των προσωπικών του μετοχών στο εσωτερικό του κομματικού χρηματιστήριου.

Θα μπορούσε, μάλιστα, χωρίς μεγάλη δόση υπερβολής να υποστηρίξει κανείς ότι όσο απεχθέστερος γίνεται κάποιος στα μάτια του αντίπαλου οπαδικού ακροατηρίου τόσο μετατρέπεται σε ολοένα και μεγαλύτερο αντικείμενο λατρείας για τους οπαδούς του δικού του χώρου. Τα παραδείγματα είναι πολλά τόσο από παλαιότερες πολιτικές περιόδους όσο και από την τρέχουσα που τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα.

Τυχάρπαστα πρόσωπα που δημιουργούν θόρυβο γύρω από το όνομα τους, ξεχωρίζουν χωρίς να διαθέτουν κανένα απολύτως χάρισμα πέραν ίσως του θράσους και της συγκρουσιακής ορμής που επιδεικνύουν.

Στον αντίποδα, σοβαροί άνθρωποι με επαγγελματικές περγαμηνές και διακρίσεις που έχουν προτάσεις να καταθέσουν και αρθρώνουν ουσιαστικό πολιτικό λόγο δυσκολεύονται να σπάσουν το φράγμα της αποσιώπησης με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι επειδή δεν θορυβούν και, ως εκ τούτου, «δεν κάνουν νούμερα», ικανά να τους εξασφαλίσουν περισσότερες προσκλήσεις για τηλεοπτικές εμφανίσεις.

Δεν είναι τυχαίος, εξάλλου, ο πολύ περιορισμένος αριθμός των πολιτικών στελεχών που καλούνται στις ουκ ολίγες τηλεοπτικές εκπομπές.

Με υπαιτιότητα άλλοτε των υπευθύνων των εκπομπών που απευθύνουν τις προσκλήσεις και άλλοτε των επικοινωνιακών επιτελείων των κομμάτων που επιλέγουν τους εκπροσώπους που στέλνουν στα τηλεοπτικά πάνελ, το βασικό κριτήριο επιλογής είναι τις περισσότερες φορές η κακώς εννοούμενη μαχητικότητα.

Τα προηγούμενα χρόνια που ήταν χρόνια μεγάλης πολιτικής έντασης, αρχικά εξαιτίας της πίεσης που ασκήθηκε από τις μνημονιακές πολιτικές σε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα και εν συνεχεία λόγω της οξύτητας που πυροδότησε η διχαστική στρατηγική της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, τα έξαλλα και… ζοχαδιακά πολιτικά στελέχη κέρδιζαν κατά κράτος εξοβελίζοντας από το πεδίο όσους επιχειρούσαν να πάρουν αποστάσεις από τα εύπεπτα λαϊκίστικα αφηγήματα για τους «καλούς» της μιας πλευράς και το «απόλυτο καλό» της άλλης όχθης.

Εκείνα που έθρεψαν τη «Χρυσή Αυγή» και καλλιέργησαν τον «χρυσαυγητισμό».

Παρά ταύτα, πάντως, και καθώς βαθμιαία η Ελλάδα επιστρέφει -με αργούς ρυθμούς είναι η αλήθεια- στην κανονικότητα είναι απορίας άξιον αν η μακρά προεκλογική περίοδος που διανύουμε -και η οποία έχει ακόμη μακρύ δρόμο μπροστά της- αποτελεί το κατάλληλο πλαίσιο για να συνεχίζεται αενάως η τοξική αντιπαράθεση. Διότι μπορεί οι φιλέριδες πολιτικοί, οι οποίοι είτε είναι έτσι από τη φύση τους είτε παίζουν αυτό τον ρόλο, να αφιονίζουν το φανατικό κοινό της μιας ή της άλλης παράταξης, την ίδια στιγμή, όμως, απωθούν όλους όσοι δεν υποστηρίζουν τυφλά και άκριτα μια παράταξη.

Αν, μάλιστα, επιβεβαιωθεί η υπόθεση ότι στις επερχόμενες εκλογές, περισσότερο ίσως από όλες τις προηγούμενες, οι πολίτες χωρίς ιδιαίτερη κομματική ταύτιση θα είναι εκείνοι που με την επιλογή την οποία θα κάνουν στις κάλπες θα κρίνουν την έκβαση του αποτελέσματος, τότε η χρησιμότητα των στελεχών που ποντάρουν στον φανατισμό γίνεται όλο πιο περιορισμένη.

Διότι μπορεί η πόλωση, η οξύτητα και η τοξικότητα που προκαλούν να βοηθούν τους ίδιους, που «τρώνε από τα έτοιμα», σαρώνοντας τους σταυρούς των φανατικών, είναι, όμως, αμφίβολη η συνεισφορά τους στην προσέλκυση άλλων ψηφοφόρων.

Όποια ηγεσία το συνειδητοποιήσει γρηγορότερα και το εφαρμόσει αποτελεσματικότερα θα είναι πιθανότατα εκείνη που θα βγει κερδισμένη.

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020

Κάποιος πρέπει να τρίξει (και πάλι) τα δόντια στις τράπεζες



Όσες ανακοινώσεις και αν κάνει η κυβέρνηση για την πολυθρύλητη επανεκκίνηση της οικονομίας, τίποτε δεν πρόκειται να γίνει αν κάποιος αρμόδιος αξιωματούχος δεν καλέσει τους ιθύνοντες των τραπεζών για να τους υποχρεώσεις να ανοίξουν τη ροή των χρηματοδοτήσεων προς τις επιχειρήσεις.
Είναι αδύνατο να πάρει μπροστά η χειμαζόμενη λόγω κορωνοϊού οικονομία με μόνες τις κρατικές επιχορηγήσεις. Τα «οκτακοσάρια» που δόθηκαν ή εξακολουθούν να δίνονται από το δημόσιο ταμείο δεν αρκούν ούτε για τα στοιχειώδη. Και δεν θα αρκέσουν ακόμη και αν ριχθούν στην αγορά όλα τα αποθεματικά του Κράτους, όπως κάποιοι –μάλλον ανεύθυνα- ζητούν.
Αλλά και ο «πακτωλός» των ευρωπαϊκών κονδυλίων –περί τα 60 δισ. ευρώ για την επόμενη επταετία- που έχει εξαγγελθεί ότι θα διατεθούν για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μπορεί να αποδεχθούν ανεπαρκή εφόσον δεν συνοδευτούν από την αναγκαία μόχλευση, τη δυνατότητα δηλαδή να επενδυθούν μεγαλύτερα κεφάλαια από αυτά τα οποία πραγματικά έχουν στη διάθεσή τους οι επιχειρήσεις.
Με άλλα λόγια, επιστροφή στην ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει όσο το εγχώριο τραπεζικό σύστημα αρκείται στη σιγουριά των υψηλών προμηθειών που καρπώνεται από τη ραγδαία επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και δεν ασκεί το βασικό καθήκον που έχουν από τη φύση τους τα πιστωτικά ιδρύματα και το οποίο δεν είναι άλλο από το να χορηγούν δάνεια και πιστώσεις με προσιτά επιτόκια.
Οι περισσότεροι επιχειρηματίες που πήγαν τις τελευταίες ημέρες στις τράπεζες ακούγοντας τις κυβερνητικές εξαγγελίες για μια σειρά χρηματοδοτικά εργαλεία που υποτίθεται ότι έχουν τεθεί στη διάθεσή τους προκειμένου να σταθούν όρθιοι και να μη γονατίσουν από τις συνέπειες που είχε στον οικονομικό πεδίο η υγειονομική κρίση, βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια ψυχρολουσία.
Δυστυχώς, οι όροι και οι προϋποθέσεις που τους τίθενται προκειμένου να χρηματοδοτηθούν είναι μάλλον αποτρεπτικοί. Ακόμη και συνεπείς δανειολήπτες έρχονται αντιμέτωποι με τόσα εμπόδια που φεύγουν απογοητευμένοι από τα τραπεζικά καταστήματα καθώς αντιμετωπίζονται ως εν δυνάμει «μπαταχτσήδες» όπως μαρτυρούν οι εγγυήσεις που τους ζητούνται και που είναι αδύνατον να καλυφθούν.
Η στάση που τηρούν τα τραπεζικά στελέχη «καίει πάρα πολύ κόσμο» στον χώρο των επιχειρήσεων, λένε άνθρωποι που έχουν (επί)γνωση της κατάστασης που δημιουργείται τις τελευταίες εβδομάδες στην αγορά. Για παράδειγμα, εκτιμήσεις που είναι εν γνώσει κυβερνητικών αξιωματούχων αναφέρουν ότι από τις περίπου 30.000 επιχειρήσεις που έχουν ζητήσει να ενταχθούν στο ΤΕΠΙΧ ΙΙ, είναι ζήτημα αν έχουν μέχρι στιγμής ικανοποιηθεί 300 με 400 εταιρίες σε όλη τη χώρα.
Παρόλο που το ΤΕΠΙΧ ΙΙ είναι πρόγραμμα χορηγήσεων δανείων για Κεφάλαιο Κίνησης με διετή επιδότηση σε ποσοστό 100% των επιτοκίων, οι τράπεζες αρνούνται προκλητικά να ακολουθήσουν τις «παραινέσεις» του υπουργού Ανάπτυξης Άδωνι Γεωργιάδη να μην ζητούν εγγυήσεις για τις χορηγήσεις.
Οι καταγγελίες που φθάνουν στην κυβέρνηση είναι πολλές και κάνουν λόγο για απειλές λουκέτου από επιχειρήσεις που στη διάρκεια της καραντίνας στέγνωσαν από ρευστότητα και δυσκολεύονται να ξεκινήσουν τη λειτουργία τους. Υγιείς εταιρίες που δεν χρωστούν πουθενά και επιζητούν χρηματοδότηση για να επεκτείνουν το δίκτυο πωλήσεων τους βρίσκουν απέναντί τους ένα ψηλό και ανυπέρβλητο τείχος άρνησης που υψώνουν οι τραπεζίτες με τις παράλογες εγγυήσεις που απαιτούν.
Επισείοντας, μάλλον προσχηματικά, τον κίνδυνο να δημιουργηθεί μια «νέα γενιά κόκκινων δανείων», αλλά στην πραγματικότητα εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι ορίζονται στις θέσεις τους από τους δανειστές, οι διοικούντες τις συστημικές τράπεζες αγνοούν προκλητικά τόσο τις νουθεσίες της κυβέρνησης όσο και τις απαιτήσεις της οικονομικής πραγματικότητας που διαμορφώνεται στη χώρα.
Πριν από μερικούς μήνες χρειάστηκε να κληθούν στο Μέγαρο Μαξίμου για να πειστούν να βάλλουν κάποιο φρένο στο κρεσέντο της αύξησης των προμηθειών στις τραπεζικές συναλλαγές που -κατά παράβαση κάθε έννοιας ανταγωνισμού- είχαν όλες μαζί αποφασίσει να εφαρμόσουν. Λέγεται ότι τότε χρειάστηκε ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης να τους προειδοποιήσει με κυρώσεις για να δείξουν ότι συμμορφώνονται, χωρίς, ωστόσο, να πάρουν πίσω όλες τις χρεώσεις που στο μεταξύ είχαν επιβάλει.
Κάποιος, λοιπόν, πρέπει να τρίξει (και πάλι) τα δόντια στις τράπεζες, οι οποίες αν υφίστανται σήμερα το οφείλουν στους Έλληνες φορολογουμένους που πλήρωσαν αδρά για τη διάσωσή τους. Σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή αφεθούν να συνεχίσουν την έως τώρα κοντόθωρη τακτική τους να μη δίνουν δάνεια και να βολεύονται με τα έσοδα από τις προμήθειες, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα αποδειχθεί άπιαστος στόχος.
Ζητείται τόλμη!

Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2018

«Η λογική των πραγμάτων…» της κουκούλας

Δεν κομίζει «γλαύκα στην Αθήνα» όποιος πει ότι συνήθης πρακτική για τις φαρμακευτικές εταιρίες είναι να επιδίδονται σε κάθε είδους «προωθητικές» ενέργειες για να αυξήσουν την κατανάλωση των σκευασμάτων τους. Και σίγουρα δεν θα πέσει κανείς από τα σύννεφα ακούγοντας ότι ένας από τους βασικούς λόγους που κατέληξε το ελληνικό δημόσιο σε πτώχευση ήταν η εκτίναξη της φαρμακευτικής δαπάνης που παρατηρήθηκε τις προηγούμενες δεκαετίες και κυρίως τα χρόνια πριν από το ξέσπασμα της κρίσης.
Σε καμία των περιπτώσεων, όμως, οι αυτονόητες αυτές αλήθειες που αφορούν τις -θεμιτές και αθέμιτες- πρακτικές των φαρμακευτικών επιχειρήσεων δεν μπορούν να αποτελέσουν άλλοθι για ένα απροσχημάτιστο παιχνίδι εργαλειοποίησης της Δικαιοσύνης με στόχο την εξόντωση όλων όσοι δεν εξυπηρετούν τους σχεδιασμούς των κυβερνώντων για διαιώνιση της παραμονής τους στις καρέκλες με ταυτόχρονη κατάκτηση όλων των εξουσιών.
Ο λόγος, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, αφορά την περιβόητη πλέον υπόθεση Novartis, την οποία οι κυβερνώντες θέλουν να αποτελεί «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως ελληνικού κράτους» την ίδια ώρα που οι αντίπαλοί τους αντιτείνουν ότι πρόκειται για «τη μεγαλύτερη σκευωρία όλων των εποχών». Είτε ισχύει το ένα, είτε ισχύει το άλλο, το μόνο σίγουρο ότι θα σηματοδοτήσει τις επερχόμενες πολιτικές εξελίξεις. Και οι επιπτώσεις από «τον ασκό του Αιόλου» που άνοιξε θα είναι ανεξίτηλες και θα επηρεάσουν την πολιτική ζωή της χώρας για πολλά – πολλά χρόνια.
Ακόμη, πάντως, και όποιος έχει εδραία πεποίθηση ότι πολλές από τις μικρές ή μεγάλες δουλειές που γίνονται στην Ελλάδα προωθούνται μόνον όταν «λαδώνονται οι κατάλληλοι μηχανισμοί», δεν μπορεί να μην αντιμετωπίσει με θυμηδία και καγχασμό τα όσα έρχονται στο φως της δημοσιότητας από τις καταθέσεις των «προστατευμένων μαρτύρων» που δόθηκαν το τελευταίο διάστημα με σαφή κατεύθυνση να ενοχοποιηθούν πολιτικά πρόσωπα και να επιβεβαιωθούν οι εδώ και πάνω από ένα χρόνο σχετικές φήμες και διαδόσεις που είχαν κυβερνητική προέλευση.
Είχαν προηγηθεί άλλωστε οι προαναγγελτικές διαρροές που προετοίμαζαν το κλίμα καθώς και η σπουδή να βγει στη δημοσιότητα το «σκάνδαλο» σε μια φάση που η κυβέρνηση έμοιαζε να χάνει την πρωτοβουλία των επικοινωνιακών κινήσεων μετά τα μεγάλα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό. Γι΄ αυτό και πρέπει να είναι κανείς πολύ αφελής για να πιστέψει ότι έχουμε να κάνουμε με μια δικαστική έρευνα που γίνεται για να παταχθεί η διαφθορά και να επέλθει η κάθαρση.
Η επιλεκτική, εξάλλου, στοχοποίηση συγκεκριμένων προσώπων και η κραυγαλέα εξαίρεση άλλων αποτελεί την πλέον αψευδή μαρτυρία για τα ελατήρια με βάση τα οποία κινούνται όσοι ενορχηστρώνουν τη συγκεκριμένη υπόθεση. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, για μια παρελθούσα χρονική περίοδο να διώκονται οι υπουργοί και όχι ο πρωθυπουργός και σε άλλες να διώκονται οι πρωθυπουργοί και όχι οι αρμόδιοι υπουργοί. Πρόκειται για «δύο μέτρα και δύο σταθμά» τα οποία σχετίζονται με τις χοντροκομμένες εκτιμήσεις και τις απίστευτες εικασίες που κάνουν οι «προστατευμένοι μάρτυρες».
Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να κατατίθεται από μάρτυρα το αμίμητο «Θεωρώ αντίθετο στη λογική των πραγμάτων και στα μεγέθη τόσο της εταιρείας όσο και της συγκεκριμένης παραγγελίας, ο Υπουργός Υγείας Αβραμόπουλος να έλαβε ως δώρο ποσό κάτω των 200.000 ευρώ» και αυτό να διαβιβάζεται στη Βουλή για να ασκηθεί δίωξη κατά του Έλληνα Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και δεν είναι το μόνο. Με αντίστοιχες υποθέσεις των που κάνουν οι ανώνυμοι μάρτυρες «με την κουκούλα» για τα ποσά με τα οποία μπορεί να δωροδοκήθηκαν «τυλίχθηκαν σε μια κόλλα χαρτί» εμβληματικές προσωπικότητες της δημόσιας ζωής που τις συνδέει ένα κοινό στοιχείο: κανείς τους δεν έχει υποταχθεί στον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι ασύλληπτες αστειότητες, πάντως, με τις οποίες επιχειρείται μέχρι στιγμής να «δεθεί» η υπόθεση, προκαλεί πολλές απορίες και κάνει αρκετούς να προβληματίζονται αν μπορεί να είναι μόνον αυτά τα στοιχεία με τα οποία αναμένουν οι παρασκηνιακοί ενορχηστρωτές να πετύχουν να διωχθούν δύο πρώην πρωθυπουργοί, ο κεντρικός τραπεζίτης, ο Επίτροπος και σημαίνοντα στελέχη του Κοινοβουλίου όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Ανδρέας Λοβέρδος ή ο Άδωνις Γεωργιάδης. «Είναι αδύνατον», λένε, «να εστάλησαν τσάπρα – πάτρα στη Βουλή καταθέσεις, που δόθηκαν ακόμη και την Κυριακή του συλλαλητηρίου, χωρίς να έχουν ανοίξει λογαριασμοί που να αποδεικνύουν τη ροή του μαύρου χρήματος και δίχως να έχουν κληθεί για εξέταση εκείνοι που καταγγέλλεται ότι μοίραζαν τα λεφτά με τις βαλίτσες».
Οι προβληματισμοί είναι εύλογοι, η απάντηση, ωστόσο, είναι μάλλον εύκολη: αν υπήρχε κάτι άλλο θα το είχαμε διαβάσει στον Τύπο ή στο Διαδίκτυο, όπως διαβάσαμε μήνες πριν τα περισσότερα από όσα βλέπουμε τώρα στις καταθέσεις των προστατευμένων μαρτύρων που δόθηκαν… μεταγενέστερα. Ας μην ξεχνούμε, άλλωστε, με ποιους έχουμε να κάνουμε. Μιλάμε για τους ανθρώπους που χάλασαν τον κόσμο με τις λίστες Λαγκάρντ, Μπόργιανς και άλλες, αλλά στο τέλος εισέπραξαν κάτι πενταροδεκάρες αντί για τα δισεκατομμύρια που έλεγαν ότι περίμεναν.
Είναι οι ίδιοι που έβλεπαν παντού σκάνδαλα και δωροδοκίες, από τον υποτιθέμενο χρηματισμό των βουλευτών των ΑΝΕΛ για να ψηφίσουν Σταύρο Δήμα έως το ΚΕΕΛΠΝΟ και τρία χρόνια τώρα δεν έχει γίνει απολύτως που να επιβεβαιώνει τις διαστάσεις που έδιναν σε ανύπαρκτες και συχνά κατασκευασμένες ή χαμηλής σημασίας υποθέσεις. Είναι στο τέλος – τέλος οι τύποι που αυταπατώνταν ότι, σκίζοντας το Μνημόνιο, οι ξένοι «θα μας παρακαλούν  να μας δανείσουν».

Με αυτά και με άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια κέρδισαν τις καρέκλες που έχουν. Γιατί, λοιπόν, να μην θέλουν τώρα να τις κρατήσουν με την «υπόθεση Novartis» που μοιάζει και με σκάνδαλο; Η απάντηση βρίσκεται στο πόσοι τους πιστεύουν πια. Ή, καλύτερα, στο πόσοι βαρέθηκαν την κοροϊδία και τον καθεστωτισμό και θα πάνε στις κάλπες των επόμενων εκλογών να τους μαυρίσουν. «Η λογική των πραγμάτων…», όπως θα έλεγε και ο προστατευμένος μάρτυρας με την κουκούλα.

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2016

Με τη φόρα που πήραν, θα ξεπεράσουν και τον… Άδωνι!



            Ακούγοντας τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να μιλάει την περασμένη Τρίτη στη Βουλή βεβαιώθηκα ότι, αν δεν συμβεί κανένα μείζον πολιτικό ατύχημα και βρεθεί συντομότερα από όσο υπολογίζουν ορισμένοι μακριά από τον προσφιλή του εξουσία, δεν θα βραδύνει ο χρόνος που θα τον απολαύσουμε να μας περιγράφει το success story της διακυβέρνησης του.
            Ήδη από το Νταβός, στο οποίο κάνοντας πέτρα την ταξική ψυχή του υποχρεώθηκε να ταξιδέψει, μας κάλεσε, ως άλλος… Αντώνης Σαμαράς, «να μην χάσουμε τη μεγάλη ευκαιρία για Grecovery», καταφεύγοντας, χωρίς τον παραμικρό δισταγμό στην επίκληση του ίδιου όρου που χρησιμοποιούσε η προηγούμενη κυβέρνηση για να περιγράψει την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας που κάθε τόσο έρχεται και ολοένα χάνεται στον δρόμο.
            Αλλά και στη συζήτηση στη Βουλή ήταν απολαυστικό να ακούς τον μέχρι πρότινος απόλυτο αρνητή των πάντων κ. Τσίπρα να εμφανίζεται ως πούρος μεταρρυθμιστής και να υπογραμμίζει την επιτακτική αναγκαιότητα να γίνουν επώδυνες αλλαγές στο Ασφαλιστικό για να μην καταρρεύσει το σύστημα.
Ο πρωθυπουργός προσπάθησε να πείσει το ελληνικό Κοινοβούλιο και δι΄ αυτού τον ελληνικό λαό ότι «η συζήτηση για το ασφαλιστικό δεν γίνεται επειδή οι δανειστές μας ζητάνε μία μείωση της ετήσιας δαπάνης στο 1% του ΑΕΠ», αλλά διότι οι κυβερνώντες κατελήφθησαν αίφνης από μεταρρυθμιστικό οίστρο.
«Σήμερα συζητάμε για το ασφαλιστικό, γιατί πολύ απλά, αν δεν πάρουμε μέτρα, το σύστημα θα καταρρεύσει», είπε ο ίδιος αμέσως μετά. «Αν δεν πάρουμε μέτρα, θα χρειάζονται συνεχώς τεράστια επιπλέον ποσά από τον κρατικό προϋπολογισμό για την καταβολή των συντάξεων, που υπό τις παρούσες δημοσιονομικές συνθήκες είναι αδύνατον να βρεθούν», υποστήριξε ο άνθρωπος που δώδεκα μήνες πριν υποσχόταν, ανάμεσα σε τόσα πολλά άλλα, ότι θα χορηγούσε 13η σύνταξη.
Μπροστά στον «μεταμφιεσμένο» κ. Τσίπρα, ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Άδωνις Γεωργιάδης θα έπρεπε να ένοιωθε πολύ μειονεκτικά, βλέποντας πλέον να τον ξεπερνούν εκείνοι που του είχαν ασκήσει τέτοια πολεμική όταν πριν από δύο και πλέον χρόνια, ως υπουργός Υγείας είχε εκστομίσει τη φοβερή και τρομερή έκφραση «έχω βαρεθεί να κάνω το αυτονόητο και να καρπώνεται τη δόξα ο Πολ Τόμσεν».
Τί και αν ο κ. Γεωργιάδης διευκρίνιζε τότε ότι η συγκεκριμένη αποστροφή του για τη «δόξα», η οποία αφορούσε το ενδεχόμενο να απολυθούν οι γιατροί θα κρινόταν ακατάλληλοι στην αξιολόγηση, «είχε την έννοια της ευθύνης και όχι της φήμης»; Ο σάλος που είχε ξεσηκωθεί ήταν τόσος ισχυρός που δεν άφηνε περιθώρια στις διευκρινίσεις.
Στη σκληρή εκείνη εποχή της αντιμνημονιακής υστερίας το μόνο που μετρούσε ήταν οι εντυπώσεις και η εκμετάλλευσή τους ώστε να αποκτήσουν αντιμνημονιακά εύσημα οι παθιασμένοι διεκδικητές της εξουσίας που με αστείους ισχυρισμούς του τύπου «υπάρχει ένας άλλος κόσμος εφικτός» και μεγαλόστομες πομφόλυγες του στυλ «οι άνθρωποι πάνω από τους αριθμούς», δεν επέτρεπαν σε κανέναν να μιλάει για στοιχεία και αριθμούς.
Κάνοντας ακριβώς το αντίθετο, ο κ. Τσίπρας προσπάθησε την Τρίτη στη Βουλή να παρουσιάσει μια ωραιοποιημένη εικόνα. «Η χώρα, παρά τις αδυναμίες και τις δυσκολίες, κατάφερε σε μια χρονιά με capital controls και με μια σκληρή διαπραγμάτευση να υπερβεί τον στόχο του προϋπολογισμού που εσείς ψηφίσατε για το 2015, δηλαδή τα έσοδα, κατά 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ», είπε απευθυνόμενος στην αντιπολίτευση.
«Και έτσι η εκτίμηση ότι θα είχαμε πρωτογενές έλλειμμα το 2015 κατά 0,25%, τώρα αναθεωρείται και κλείνουμε με πρωτογενές πλεόνασμα 0,4%», συμπλήρωσε… καταχεριάζοντας τους αντιπάλους της κυβέρνησης του που αμφισβητούσαν την επιτυχία του. «Αυτή είναι η καταστροφή η μεγάλη στην οικονομία, όταν εσείς διώξατε πλούτο 50 δισεκατομμυρίων ευρώ μέσα σε πέντε χρόνια;», αναρωτήθηκε μάλλον με θράσος, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι επαιρόταν για επιτεύγματα πολύ κατώτερα εκείνων που είχαν πετύχει εκείνοι τους οποίους εγκαλούσε.
Έφθασε, μάλιστα, στο σημείο να χρησιμοποιήσει την έκφραση ότι «τα νούμερα αποτυπώνουν μια πραγματικότητα» για να αποδείξει ότι, με κάποιον… μαγικό τρόπο και παρά τη μηδενική ανάπτυξη που υπήρξε τον τελευταίο χρόνο, «η ανεργία που τον Ιανουάριο του 2015 ήταν 25,9%, σήμερα είναι 24,4%» και «η μείωση αυτή κατά 1,5% είναι 170 (περισσότερες) χιλιάδες θέσεις εργασίας», οι οποίες είναι άγνωστο πως και σε ποιους κλάδους της οικονομίας δημιουργήθηκαν.
Το πιο ωραίο από τα ωραία, όμως, ο κ. Τσίπρας το φύλαγε για το τέλος της δευτερολογίας του, την οποία έκλεισε εγκαλώντας τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ονομαστικά τον αρχηγό της ΝΔ επειδή δεν δέχονται το περιβόητο σχέδιο Κατρούγκαλου για το Ασφαλιστικό, εκ των προτέρων και χωρίς καν να είναι σε γνώση τους οι οικονομικές επιπτώσεις στο ύψος των μελλοντικών εισφορών και στις τελικές περικοπές των συντάξεων.
«Θα την ψηφίσετε αυτήν τη μεγάλη τομή; Θα έρθετε μαζί μας;», ήταν τα -εν είδει διλήμματος- ερωτήματα που έθεσε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ προς τους αντιπάλους του. Και χωρίς να περιμένει απάντηση –ίσως γιατί την πιθανολογούσε- την… έπεσε σε αυτόν που υποτίθεται ότι ήθελε μαζί του: «Αλλά δεν είστε ούτε μεταρρυθμιστής. Γιαλαντζί μεταρρυθμιστής είστε, κύριε Μητσοτάκη», του είπε σε επιθετικό τόνο.
Έπειτα από όλα αυτά, μην απορήσετε αν τις επόμενες μέρες ή εβδομάδες ακούσουμε τον κ. Τσίπρα και τους συνεργάτες του να κραυγάζουν: «Έχουμε βαρεθεί να κάνουμε το αυτονόητο και να καρπώνεται τη δόξα ο Πολ Τόμσεν». Και μην εκπλαγείτε αν οσονούπω ο Άδωνις Γεωργιάδης εγκληθεί ότι, παρότι ψήφισε όλα τα Μνημόνια, δεν υπήρξε παρά ένας «γιαλαντζί φιλοτροϊκανός». Αχ, πλανεύτρα εξουσία!

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Η ενημέρωση στην εποχή του Κατρούγκαλου



            Το ανέκδοτο με τον... στριμωγμένο Σοβιετικό πολίτη, ο οποίος, βλέποντας να διαψεύδονται οι προβλέψεις για τη συνέπεια άφιξης των κομμουνιτικών συρμών του μετρό, που τον ντρόπιασε στα μάτια του Αμερικανού ανταγωνιστή του, αντέδρασε προβάλλοντας το... επιχείρημα “κι εσείς γιατί βασανίζετε τους μαύρους;”, είναι, πιστεύω, γνωστό στους περισσότερους.
            Το θυμήθηκα πολλές φορές αυτές τις μέρες διαβάζοντας και ακούγοντας τα στερεότυπα (δήθεν) επιχειρήματα με τα οποία στελέχη αλλά και φίλοι των συγκυβερνώντων κομμάτων προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα στις καταγγελίες για τα... αντιμνημονιακά “εργολαβικά” του αναπληρωτή υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης Γιώργου Κατρούγκαλου.
            “Γιατί τώρα;”, ήταν το δήθεν αθώο ερώτημα που με προφανή δαιμονολογική διάσταση υποβαλλόταν ως εισαγωγή στη βαριά καταγγελία περί της σκοτεινής συνωμοσίας που εξυφάνθηκε με στόχο να αποτύχει η συνάντηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τη Γερμανίδα Άνγκελα Μέρκελ. Χωρίς, ωστόσο, να διευκρινίζεται αν οι -αντεθνικώς δρώντες- συνωμότες προέρχονταν ή όχι από τις τάξεις των (παλαιότερων ή των νεότερων, άραγε;)... μερκελιστών.
            “Τό ήξεραν από μέρες ο Γεωργιάδης με τον Βορίδη”, είναι ο αμέσως επόμενος  ισχυρισμός που διατύπωναν όσοι ήθελαν να αποφύγουν την ουσία της συζήτησης για το κατά πόσο οι... αγωνιστές κατά του Μνημονίου αμείβονταν με ποσοστά. Και επειδή κι αυτό δεν φαινόταν να κάνει και τόσο μεγάλη εντύπωση, για να εκτραπεί η κουβέντα πετούσαν κι ένα “ναι, αλλά δεν είχε πάρει μεγάλη δημοσιότητα ότι ο Βορίδης ως κυβερνητικός βουλευτής είχε αναλάβει συνήγορος των επιχειρηματιών που πρωταγωνίστησαν στο σκάνδαλο της Energa”.
            Το σουρεαλιστικό της υπόθεσης είναι ότι οι ίδιοι που -σωστά, ίσως- θεωρούν έγκλημα καθοσιώσεως την ανάληψη της υπεράσπισης από κυβερνητικό βουλευτή κατηγορουμένων που είναι σε αντιδικία με το δημόσιο (υπόθεση Βορίδη – Energa), δεν βρίσκουν τίποτε το επιλήψιμο στη δράση ευρωβουλευτή, ο οποίος, ενώ διεκδίκησε την ψήφο των πολιτών για να αγωνιστεί κατά του... επονείδιστου μνημονίου, συνήπτε εργολαβικά με εργαζομένους στο δημόσιο για ποσοστιαία αμοιβή από τις διεκδικήσεις τους.
            Το χειρότερο όλων, όμως, δεν είναι ούτε η ακραία συνωμοσιολογία, με την οποία,άλλωστε, έχτισαν καριέρα πολλοί από τους σημερινούς κυβερνώντες. Ούτε η σουρεαλιστική μονομέρεια που κάνει αρκετούς εξ αυτών να δυιλίζουν των κώνωπα και να καταπίνουν την κάμηλο, καταφεύγοντας σε επιχειρήματα του τύπου “κι εσείς βασανίζετε τους μαυρους”.
            Εκείνο που περισσότερο από όλα εντυπωσιάζει στην προκειμένη περίπτωση είναι οι ευθείες, όσο και γενικευμένες, απειλές κατά των μέσων εμημέρωσης που εκτοξεύονται από όσους κυβερνητικούς, αυτόκλητοι ή όχι, αισθάνονται την ανάγκη να τοποθετηθούν αν η επαγγελματική δραστηριότητα του κ. Κατρούγκαλου, πριν αλλά και μετά την υπουργοποίησή του, εκτός από νόμιμη, είναι και ηθική.
            Τι σχέση, άραγε, έχει η -δίκαιη ή άδικη- κριτική για τα εργα και τις ημέρες ενός κυβερνητικού στελέχους με τις άδειες των καναλιών που 25 χρόνια τώρα δεν χορηγούνται; Και πως, άραγε, σχετίζεται το δημοσίευμα μιας εφημερίδας με τα συσσωρευμένα χρέη με τα οποία βαρύνονται τα περισσότερα -πλην “ΘΕΜΑτος”- εγχώρια μέσα ενημέρωσης; 
            Η ώρα της εξυγίανσης στον χώρο της ενημέρωσης έχει σημάνει από πολύ καιρό. Το τεράστιο αυτό ζήτημα, όμως, που αφορά τις άδειες, τα χρέη, τα πνευματικά δικαιώματα και τόσα άλλα, δεν μπορεί να συγχέεται με το αν τα μέσα καταπίνουν αμάσητη την κυβερνητική προπαγάνδα ή αν ασκούν κριτική για πράξεις και παραλείψεις της εξουσίας και των ανθρώπων της. 
            Ας μην ξεχνούν, άλλωστε, οι σημερινοί κυβερνώντες τα παθήματα των προακατόχων τους. Και, αν έχουν αμφιβολίες, ας αποτανθούν στα τόσο φιλικά προς εκείνους στελέχη της καραμανλικής διακυβέρνησης για να τους πληροφορηθούν την κατάληξη που είχαν τα κουτοπόνηρα σχέδια για τον περιβόητο “βασικό μέτοχο”.
            Στην εποχή του διαδικτύου, ειδικά, ας μην τρέφουν αυταπάτες ότι, συντηρώντας το άθλιο καθεστώς της ομηρίας που δημιούργησαν οι προηγούμενοι, θα καταφέρουν να καθυποτάξουν ολοκληρωτικά την ενημέρωση και θα επιβάλουν την ομοιόμορφη δημοσιογραφία των non paper η οποία καταχρηστικά ασκείται το τελευταίο δίμηνο.           
            Αν είναι στις προθέσεις τους να βάλουν τάξη στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο και αν αισθάνονται σίγουροι ότι όντως αυτό θέλουν να κάνουν, ας νομοθετήσουν τώρα που διαθέτουν το απαραίτητο πολιτικό κεφάλαιο, θεσπίζοντας κανόνες με γνώμονα τη διαφάνεια και αφήνοντας κατά μέρος τις απειλές οι οποίες, εν είδει δαμόκλειας σπάθης, επισείονται.
            Το ότι το έκαναν και οι άλλοι, όπως προοιωνίζονται οι αντιδράσεις στην υπόθεση με το “Κατρούγκαλος gate”, που θυμίζουν εκείνη του Σοβιετικού από το γνωστό ανέκδοτο με το οποίο ξεκινήσαμε, δεν είναι λόγος για να συνεχιστεί το φαινόμενο. Είναι λόγος για να τερματιστούν και να μην επαναληφθούν.
            Γι΄ αυτό και οι πιέσεις στο παρασκήνιο, για να μην αναδειχθούν αστοχίες, ή οι συνεννοήσεις κάτω από τα τραπέζι, για να διαστραφούν πραγματικότητες, αργά ή γρήγορα, θα έρθουν στο φως. Και θα γίνουν μπούμερανγκ. Που θα πλήξουν, όπως και στο παρελθόν, θανάσιμα όλους όσοι αλλαζονικά νομίζουν ότι έχουν τον έλεγχο των πάντων.