Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εμφύλιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εμφύλιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 9 Απριλίου 2020

«Αριστεία χωρίς αλαζονεία» ή «το όπλο παρά πόδα»;


Κανένας άλλος, ίσως, δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την… καλοτυχία που απολαμβάνει η χώρα μας τούτες τις δύσκολες μέρες και ώρες, που περνάει ολόκληρος ο πλανήτης, όσο ένας γιατρός, ο πρόεδρος της Ιατρικής Σχολικής Αθήνας Πέτρος Σφηκάκης, ο οποίος νόσησε από τον κορωνοϊό, αποθεραπεύτηκε και επέστρεψε στα καθήκοντα του.
«Έχουμε πάει καλά χάρη στην αριστεία των μελών της επιστημονικής επιτροπής του υπουργείου Υγείας που λειτούργησαν χωρίς αλαζονεία», δήλωσε τις προηγούμενες ημέρες ο κ. Σφηκάκης (στο «Έθνος της Κυριακής»).
«Δεν μπορεί να πεις ότι στα άλλα κράτη που παρουσιάζουν αυξημένα κρούσματα, οι επιστημονικές επιτροπές δεν ήταν άριστες», εξήγησε, προσθέτοντας: «Εμείς όμως δεν είχαμε αλαζονεία. Έχουμε δηλαδή τον συνδυασμό: Αριστεία χωρίς αλαζονεία…».
Οι τρεις αυτές λέξεις –«αριστεία χωρίς αλαζονεία»- θα μπορούσαν όντως να αποτελέσουν το «σήμα κατατεθέν» αυτού του νικηφόρου, όπως προδιαγράφεται, αγώνα που δίνει το επιστημονικό δυναμικό της χώρας μας κατά του ύπουλου και φονικού ιού.
Είναι λέξεις στις οποίες αποτυπώνεται τόσο παραστατικά ο συνδυασμός επιστημοσύνης και ανθρωπιάς που αποπνέει ο εξαιρετικός καθηγητής Λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας, από τα χείλη του οποίου κρέμεται κάθε απόγευμα ολόκληρη η Ελλάδα.
Το μεγάλο ευτύχημα, όμως, για την Ελλάδα είναι ότι ο εκπληκτικός κ. Τσιόδρας δεν δείχνει να αποτελεί την εξαίρεση. Είναι μάλλον ο κανόνας αφού μια πλειάδα συναδέλφων του στην Ιατρική και στο ελληνικό Πανεπιστήμιο, οι οποίοι αρθρώνουν δημόσιο λόγο για την εξέλιξη της πανδημίας, επιδεικνύουν, στη συντριπτική τους πλειονότητα, σπάνιο ήθος, υψηλή επαγγελματική επάρκεια και απαράμιλλη μετριοπάθεια.
Είναι, κακά τα ψέματα, σπάνιο το φαινόμενο που παρακολουθούμε τις τελευταίες εβδομάδες και φωτίζει με δυνατές αχτίδες αισιοδοξίας τη μαυρίλα των ημερών του εγκλεισμού και της απομόνωσης που βιώνουμε.
Είναι, μάλιστα, τόσο σπάνιο το φαινόμενο που κάνει πολλούς να απορούν και αναρωτιούνται: Που ήταν, άραγε, κρυμμένη τόσα χρόνια αυτή η «άλλη Ελλάδα»; Η Ελλάδα του καθήκοντος. Η Ελλάδα της αλληλεγγύης για τον συνάνθρωπο. Η Ελλάδα της αγαστής συνεργασίας τόσων πολλών επιστημόνων.
Το πλέον εντυπωσιακό, εν προκειμένω, δεν είναι ότι έχουμε να κάνουμε με καλά καταρτισμένους επιστήμονες που ξέρουν το αντικείμενό τους και στην θεωρία και στην πράξη, ούτε ότι είναι ενήμεροι για τις εξελίξεις στο διεθνές επιστημονικό στερέωμα και τις προσπάθειες που γίνονται για την εξεύρεση νέων θεραπειών.
Εκείνο που περισσότερο εντυπωσιάζει είναι επιπλέον προσόντα τους που έρχονται στην επιφάνεια. Ότι, για παράδειγμα, δεν βγαίνουν στην τηλεόραση για να καβγαδίσουν, ούτε για να κάνουν επίδειξη γνώσεων ή εξυπνακίστικης διαφοροποίησης, όπως είχαμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια με σεισμολόγους, οικονομολόγους και διαφόρους άλλους.
Αντιθέτως, σε αυτή την πανδημία υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός γιατρών οι οποίοι μέσα από τις εφημερίδες, τις τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα και τους ειδησεογραφικούς ιστότοπους ενημερώνουν με εύληπτο τρόπο τους πολίτες, μιλώντας, συνάμα, με σεβασμό για την κοινωνία, χωρίς περιττές δραματοποιήσεις και ανούσιους διδακτισμούς.
Το ξεχωριστό κλίμα που αναδύεται από την ιδιαίτερη αυτή κατάσταση έχει άμεσα και απτά αποτελέσματα. Είναι αποτελέσματα που τα βλέπει κανείς στον υψηλό βαθμό συμμόρφωσης που δείχνει ο πιο… απείθαρχος λαός της υφηλίου.
Ποιος, αλήθεια, θα περίμενε ότι θα ερήμωνε από τη μια μέρα στην άλλη η Ελλάδα της οποίας μέχρι πρότινος το ένα τρίτο του πληθυσμού της πίστευε ότι… μας ψεκάζουν;
Η μεγαλύτερη επιτυχία των άξιων Ελλήνων επιστημόνων, που βρίσκονται στην «πρώτη γραμμή του πυρός» και που, εν προκειμένω, σχετίζεται με τη συνεχή ενημέρωση των πολιτών, είναι ακριβώς η εμπιστοσύνη την οποία εκπέμπουν.
Η πειθώ την οποία ασκούν, ακόμη και στην περίπτωση που λειτουργεί ως φόβος, υποχρέωσε ακόμη και συνέλληνες που γαλουχήθηκαν με συνθήματα όπως το ηρωικό «του Έλληνος ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει…» να μένουν στα σπίτια τους.
Στον αντίποδα βεβαίως δεν λείπουν οι πολύ λίγοι μίζεροι αρνητές της πραγματικότητας, οι λιγοστοί υμνητές των υβριστών που απειλούσαν ότι θα έθαβαν τρία μέτρα κάτω από τη γη όσους τους ασκούσαν κριτική, οι ελάχιστοι αμετανόητοι οπαδοί του διχασμού και της μισαλλοδοξίας που θρασύδειλα απειλούν ότι «μετά θα λογαριαστούμε».
Δεν αντιλαμβάνονται οι αφελείς ότι το σύνθημα τους παραπέμπει στο διαβόητο ρηθέν για «το όπλο παρά πόδα» που επινόησε ο άμοιρος Νίκος Ζαχαριάδης την επομένη της δεινής ήττας που υπέστη στον Εμφύλιο τον οποίο ο ίδιος προκάλεσε. Ούτε προφανώς λαμβάνουν υπόψιν τους ότι μερικά χρόνια αργότερα ο ίδιος ο αρχηγός των ηττημένων ανταρτών αναζητούσε ματαίως δικαίωση επιχειρώντας να καταφύγει στην πρεσβεία της (χουντικής!) Ελλάδας…
Όπως και να έχει, οι πρόσφατες εξελίξεις δείχνουν ότι οι Έλληνες πολίτες μετά την περιπέτεια που έζησαν τα προηγούμενα χρόνια και η οποία αναμφισβήτητα διήρκεσε περισσότερο, επειδή ήταν πολλοί εκείνοι πίστεψαν τις ανόητες αυταπάτες διάφορων αλαζονικών σαλτιμπάγκων, δείχνουν πλέον να εμπιστεύονται όλο και περισσότερο τις ορθολογικές θέσεις και απόψεις.
Και αυτό, αν θέλετε, θα αποδειχθεί, πιθανότατα, ως ένα από τα μεγάλα κέρδη που θα μετριάσουν τις ζημιές της επέλασης του κορωνοϊού. Δεν είναι λίγο να έρθει στο προσκήνιο η Ελλάδα που επενδύει στην «αριστεία, χωρίς αλαζονεία» και αντιστρατεύεται την «αλαζονεία του μίσους κατά της αριστείας» που ζήσαμε τα προηγούμενα χρόνια.
Να είμαστε, λοιπόν, καλά, να το ζήσουμε και να το απολαύσουμε!

Πέμπτη 24 Μαΐου 2018

Κολλημένοι στην εποχή του τρίκυκλου


 Οι συμπτώσεις μερικές φορές είναι σατανικές. Την ίδια ώρα που ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ισχυριζόταν από το βήμα της Βουλής ότι «σήμερα ξημερώνει μια νέα δυνατότητα για τον τόπο, μια νέα αυγή», έβλεπε το φως της δημοσιότητας το Ευρωβαρόμετρο, η πανευρωπαϊκά εγκυρότερη μέτρηση των διαθέσεων της κοινής γνώμης στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην πανευρωπαϊκή αυτή δημοσκόπηση αποτυπώνεται η σχεδόν καθολική απογοήτευση των Ελλήνων πολιτών για την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα, από την οικονομία μέχρι τη λειτουργία της δημοκρατίας. Ενδεικτικό είναι ότι μόλις το 9% των πολιτών θεωρεί πως η Ελλάδα οδεύει στη σωστή κατεύθυνση, ποσοστό που είναι το χαμηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ μόλις το 2% των Ελλήνων πιστεύει πως η κατάσταση στην οικονομία είναι καλή, σε αντίθεση με το 91% σε Γερμανία και Ολλανδία.
Σε πείσμα όλων αυτών, ο κ. Τσίπρας κατέφευγε σε «ενέσεις ηθικού» προς τον εαυτό του και τους –μάλλον- ελάχιστους συμπολίτες μας που φαίνεται να συμμερίζονται τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις του. «Όσο θα απομακρυνόμαστε από τον στενό κορσέ των προγραμμάτων προσαρμογής, τόσο πιο σαφείς θα γίνονται οι διαφορές μεταξύ της δικής σας και της δική μας πολιτικής», έλεγε απευθυνόμενος προς τα έδρανα της αντιπολίτευσης.
«Και αυτό είναι σε τελική ανάλυση που φοβάστε πάνω απ’ όλα», συνέχιζε. «Γι’ αυτό και αποσυντονίζεστε, ανατριχιάζετε, θα έλεγα, με την προοπτική εξόδου από τα μνημόνιο. Γι’ αυτό και φοβάστε τον Σεπτέμβρη του 2018 (sic!). Γι’ αυτό διαρκώς υπονομεύετε, γιατί καταλαβαίνετε πια ότι η παρένθεση όχι μόνο δεν κλείνει, αλλά μένει ανοιχτή και θα παραμείνει ανοιχτή και την επόμενη τετραετία για χάρη του ελληνικού λαού».
Και δεν σταμάτησε εκεί. «Κάθε μέρα που περνάει θα καταγράφουμε και μια νέα νίκη, νίκη υπέρ των δυνάμεων της κοινωνίας, των εργαζόμενων, των ανέργων, εκείνων δηλαδή που έδωσαν την εντολή σε εμάς και βρισκόμαστε σήμερα εδώ για να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση έντιμα και καθαρά. Και κάθε μέρα που περνάει θα έρχεται πιο κοντά σε εσάς ο πολιτικός σας εφιάλτης. Πετυχαίνουμε εκεί που εσείς αποτύχατε και στις τρεις απόπειρες και στις τρεις κυβερνήσεις. Ανοίγουμε έναν δρόμο προοπτικής για τη χώρα. Ό,τι και να κάνετε δεν θα καταφέρετε ούτε να γυρίσετε τη χώρα πίσω ούτε να γυρίσετε εσείς πίσω. Η Ελλάδα δεν θα γυρίσει πίσω. Φεύγει μπροστά, προχωράει μπροστά, φεύγει από τα μνημόνια, μπαίνει σε μια νέα εποχή».
Αυτά είπε στην πρωτολογία του. Στη δευτερολογία του, όμως, φαίνεται ότι άλλαξε ρότα ή ενδεχομένως και λογογράφο. Διότι, αντί να συνεχίσει να μιλάει για το μέλλον, εκείνος επέστρεψε στο παρελθόν, επικαλούμενος γεγονότα και καταστάσεις που συνέβησαν αρκετά χρόνια προτού να γεννηθεί ο ίδιος. «Εγώ θέλω σήμερα με απόλυτη σαφήνεια να τοποθετηθώ και απέναντι στην ιστορία και απέναντι στην ευθύνη που έχουμε απέναντι στην ιστορία αυτού του τόπου, γιατί εκπροσωπώ μια παράταξη, η οποία έχει τραβήξει πολλά. Και ξέρετε, ο λαός μας έχει και μνήμη και συνείδηση», είπε γυρνώντας πολύ πίσω το ρολόι της Ιστορίας.
«Η Αριστερά σ’ αυτόν τον τόπο», συνέχισε, «ήταν πάντοτε στη θέση του διωκόμενου, όχι του διώκτη. Τη βία και του κράτους και του παρακράτους την έχει υποστεί για χρόνια στα ξερονήσια, στις φυλακές, αλλά και στους δρόμους. Από τον Λαμπράκη και τον Τσαρουχά μέχρι τον Κουμή και την Κανελλοπούλου και από τον Νίκο Τεμπονέρα μέχρι τον Παύλο Φύσσα».
Απευθυνόμενος δε στον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος ήταν επίσης αγέννητος όταν έλαβαν χώρα τα γεγονότα με τα οποία ο κ. Τσίπρας παραλλήλισε την επίθεση που δέχθηκε ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, συμπλήρωσε: «Μην ανοίγετε, λοιπόν, αυτή τη συζήτηση, με αυτόν τον επιθετικό τρόπο, απέναντι σε εμάς που εκπροσωπούμε σ’ αυτά εδώ τα έδρανα μια παράταξη με πολύ μεγάλη ιστορία. Και πρέπει να μάθετε να ξεχωρίζετε τις λέξεις της πολιτικής ρητορικής, που πολλές φορές μπορεί να παίρνει και τον χαρακτήρα πολεμικής ρητορικής ακόμη, από το μαρσάρισμα του τρικύκλου, κ. Μητσοτάκη. Διότι αυτά που συνέβησαν προχθές στη Θεσσαλονίκη θυμίζουν άλλες εποχές, εποχές Γκοτζαμάνηδων, που η δημοκρατία δεν θα επιτρέψει να επιστρέψουν ποτέ».
Επιστρέφοντας εμείς, όμως, στο Ευρωβαρόμετρο βρίσκουμε ότι οι Έλληνες πολίτες καταλαμβάνουν την τελευταία θέση ανάμεσα στα 27 κράτη – μέλη στο ερώτημα της λειτουργίας της δημοκρατίας στη χώρα, καθώς μόνο το 28% εμφανίζεται ευχαριστημένο από τη λειτουργία των θεσμών στην Ελλάδα. Το υπόλοιπο ποσοστό των δυσαρεστημένων Ελλήνων από τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στη χώρα δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς ότι οφείλεται στο… τρίκυκλο του Γκοτζαμάνη, το οποίο είναι αμφίβολο αν λέει κάτι στον μέσο Έλληνα πολίτη της εποχής μας.
Οι Έλληνες πολίτες θέτουν ως προτεραιότητα την οικονομία και την ανάπτυξη σε ποσοστό 81%, την καταπολέμηση της ανεργίας στους νέους σε ποσοστό 76% και το μεταναστευτικό ζήτημα σε ποσοστό 59%. Αλλά οι κυβερνώντες τη χώρα, οι οποίοι, κακά τα ψέματα, προέρχονται από μια μέχρι πρότινος μειοψηφική μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, παραμένουν «κολλημένοι» στην εμφυλιακή και μετεμφυλιακή Ελλάδα. Γι΄ αυτό και στην εποχή των drones εκείνοι εξακολουθούν να βλέπουν τρίκυκλα που μαρσάρουν…

Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

Άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου

            Τίποτε καλό δεν προοιωνίζονται τα όσα διημείφθησαν στη συζήτηση της Βουλής για το περιώνυμο σκάνδαλο Novartis. Τόση θρασύτητα, μικρότητα και μισαλλοδοξία, τέτοια κακεντρέχεια, χυδαιότητα και πολιτική εμπάθεια δεν έχει γνωρίσει ο τόπος ούτε στα πιο μαύρα χρόνια του εμφυλιοπολεμικού διχασμού.
Όσο και αν ψάξει κανείς στα κοινοβουλευτικά χρονικά της χώρας δεν πρόκειται να βρει ανάλογο προηγούμενο. Παρόλο που και άλλες φορές στο παρελθόν οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου συγκρούονταν για πραγματικά ή υποτιθέμενα σκάνδαλα, τα οποία σημάδεψαν τη σύγχρονη πολιτική ιστορία, στις σκληρές αντιμαχίες τηρούνταν ορισμένοι στοιχειώδεις κανόνες θεσμικής ευπρέπειας.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά, οι υποκλοπές, τα εξοπλιστικά, η πώληση της ΑΓΕΤ Ηρακλής, το Βατοπαίδι, η λίστα Λαγκάρντ και τόσες άλλες υποθέσεις που απασχόλησαν την περίοδο της Μεταπολίτευσης το ελληνικό Κοινοβούλιο έδωσαν αρκετές αφορμές για σφοδρές αντιπαραθέσεις, όπως και για καταγγελίες περί απόπειρας ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής.
Σε όλες τις περιπτώσεις υπήρξαν οξύτατες αντιδικίες τόσο για τον χαρακτήρα του κάθε φορά καταγγελλόμενου σκανδάλου, που οι μεν το ήθελαν να είναι «καραμπινάτο» και οι δε απαντούσαν με καταγγελίες για «σκευωρία», όσο και για την αξιοπιστία των μαρτύρων ή τη βασιμότητα των μαρτυριών στις οποίες στηρίζονταν η εκτόξευση κατηγοριών κατά πολιτικών αντιπάλων.
Τόσο κακότεχνο κατηγορητήριο, ωστόσο, και τέτοια επιλεκτική στοχοποίηση όποιου ασκεί κριτική στην κυβέρνηση ή ανθίσταται στις καθεστωτικές πρακτικές που αυτή ακολουθεί δεν έχει υπάρξει ποτέ ξανά. Όποιος είχε την υπομονή να παρακολουθήσει τη θλιβερή επιχειρηματολογία με την οποία οι κυβερνώντες έμενε έκπληκτος με το εύρος της στρεψοδικίας με την οποία προσπαθούσαν να δώσουν υπόσταση σε ανυπόστατους ισχυρισμούς που βασίζονται αποκλειστικά και μόνον στις εκτιμήσεις και τις εικασίες ανώνυμων μαρτύρων.
«Αφού δέχεστε», λένε απευθυνόμενοι στην αντιπολίτευση, «ότι η υπόθεση Novartis είναι σκάνδαλο, γιατί μιλάτε για σκευωρία και αρνείστε να κατηγορηθούν ο Σαμαράς με τον Βενιζέλο, ο Πικραμένος με τον Στουρνάρα, ο Αβραμόπουλος με τον Λοβέρδο και οι υπόλοιποι;». Και δεν μένουν σε αυτό το παιδαριώδες επιχείρημα. Το συμπληρώνουν με μια ακόμη αστειότητα: «Αφού υπάρχει σκάνδαλο γιατί δεν αναλαμβάνετε την πολιτική ευθύνη;».
Μόνον, όμως, που όλα αυτά, τα οποία είναι προφανές ότι απευθύνονται στο θυμικό των πολιτών, δεν έχουν καμία σχέση με τη διαδικασία που επελέγη από τους κυβερνώντες. Ούτε οι μεθοδεύσεις που προηγήθηκαν, ούτε η πρόταση κατηγορίας την οποία συνέταξαν, ούτε, πολύ περισσότερο, το σόου με τις δέκα κάλπες που έστησαν δεν είχαν την παραμικρή σχέση με την απόδοση πολιτικών ευθυνών.
Άλλωστε, τους ιθύνοντες της περιόδου που εκτινάχθηκε στα ύψη η φαρμακευτική δαπάνη, όχι μόνον τους απήλλαξαν από κάθε ευθύνη, αλλά τους επαινούν κιόλας. Ο λόγος φυσικά είναι για τη διακυβέρνηση της περιόδου 2004 -2009 κατά την οποία, κατά γενική πλέον ομολογία, έγινε ο τεράστιος δημοσιονομικός εκτροχιασμός που οδήγησε στα Μνημόνια.
Και ενώ μένουν στο απυρόβλητο όλοι όσοι δεν έκαναν απολύτως τίποτε για να τιθασεύσουν το σκάνδαλο, μπαίνουν, αντιθέτως, στο στόχαστρο και ζητείται να διωχθούν ποινικά πολλοί από εκείνους που -καλώς ή κακώς- ήταν στις θέσεις ευθύνης τα χρόνια (2010-2015) κατά τα οποία η φαρμακευτική δαπάνη υποχώρησε αισθητά και  βρέθηκε στα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα. Το αποδίδουν στην τρόικα για να μειώσουν τη σημασία του αποτελέσματος. Και, ίσως, για να δικαιολογήσουν το γεγονός ότι οι ίδιοι οι σημερινοί κυβερνώντες ανθίσταντο σε όλες τις προσπάθειες περιστολής των δαπανών.
Όπως και να έχει, το μόνο βέβαιο ότι, όπως απέδειξε και η έμπλεη πολιτικής τοξικότητας συζήτηση που έγινε στη Βουλή, η απόφαση για τη σύσταση προανακριτικής Επιτροπής, που βασίζεται αποκλειστικά και μόνον σε ανώνυμες μαρτυρίες, ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Η μηχανή που στήθηκε και υπακούει στη λογική «τυλίγω τους αντιπάλους μου σε μια κόλλα χαρτί» μόνον δεινά μπορεί να επιφυλάξει για την ομαλότητα της πολιτικής ζωής του τόπου.
Σε μια περίοδο κατά την οποία περισσότερο από ποτέ τα τελευταία χρόνια απαιτούνται διαδικασίες διακομματικής συνεννόησης και εθνικής ομοψυχίας για να αντιμετωπιστούν οι μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έκαναν τη χειρότερη δυνατή επιλογή: Δίχασαν τον πολιτικό κόσμο, ελπίζοντας πως με αυτό τον τρόπο θα υφαρπάσσουν την ψήφο των Ελλήνων στις επόμενες εκλογές.
Ο διχασμός, ωστόσο, που προκάλεσαν είναι τόσο βαθύς που οι συνέπειες του θα είναι παρούσες και μετά τις προσεχείς εκλογές. Πόσω μάλλον που από αυτές, όπως όλα δείχνουν, θα προκύψει μια άλλη -εντελώς διαφορετική από τη σημερινή- κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Και τότε το πιθανότερο είναι ότι οι σημερινοί κατήγοροι θα βρεθούν κατηγορούμενοι, διαιωνίζοντας τον φαύλο κύκλο της πόλωσης, της οξύτητας και των αχρείαστων εντάσεων. Που κρατούν τη χώρα καθηλωμένη στην κρίση και την απομακρύνουν μέρα με την ημέρα από όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις ευρωπαϊκές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες.

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Ποιος καίει τα σπαρτά και γκρεμίζει τις γέφυρες;

Να μην καίει τα σπαρτά και να μην γκρεμίζει τις γέφυρες, προειδοποίησε την συγκυβέρνηση ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας σε ένα κρεσέντο επιθετικού λόγου με το οποίο επέλεξε να κλείσει την ομιλία του την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή.
Δεν αποκλείεται η φραστική αυτή έξαρση του κ. Τσίπρανα ήταν αποτέλεσμα μιας πρόωρης προσπάθειας να δικαιολογήσει, οψέποτε αναλάβει την εξουσία που με τόσο πάθος διεκδικεί, την πιθανολογούμενη αδυναμία του να ικανοποιήσει τις προσδοκίες τις οποίες καλλιεργεί, επικαλούμενος, εκ των προτέρων, το γνωστό από το παρελθόν άλλοθι για την παραλαβή «καμένης γης» που και άλλοι πριν από τον ίδιο έχουν χρησιμοποιήσει.
Εξίσου πιθανό, όμως,είναι να ήταν μια προληπτική ενέργεια για να αποφύγει το δίλημμα που θα μπορούσε να του δημιουργήσει το ενδεχόμενο, σύμφωνα και με τη διακινούμενη φημολογία των προηγούμενων ημερών που είδε το φως μέσα από ορισμένες αναρτήσεις σε ιστοσελίδες, να τον καλούσε ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς σε συνάντηση για να συζητήσουν για τις επερχόμενες κρίσιμες εξελίξεις.
Και στη μια και στην άλλη υπόθεση, δεν αίρεται και φυσικά δεν δικαιολογείταιτο ακραία διχαστικό περιεχόμενο που είχε ο λόγος του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ,ο οποίος χρησιμοποίησε λεκτικά σχήματα που εξομοιώνουν τη νόμιμη κυβέρνηση της χώρας με τις… κατοχικές δυνάμεις που υποχωρώντας καταστρέφουν τις υποδομές.
Το ευτύχημα, ίσως, είναι ότι δεν υπάρχουν πολλοί, ακόμη και ανάμεσα σε εκείνους που τον ψηφίζουν, που να παίρνουν τοις μετρητοίς τέτοιες πομφόλυγες. Γιατί, αλλιώς, δεν θα γλυτώναμε έναν νέο… εμφύλιο που, αν όντως ίσχυαν τα λεγόμενα του κ. Τσίπρα, θα ξεσπούσε στη χώρα από τη δικαιολογημένη αντίδραση όσων θα ήθελαν να υπερασπιστούν τα σπαρτά και τις γέφυρες.
Λεκτικά σχήματα αυτού του είδους, εξάλλου, μπορεί να ικανοποιούν το θυμικό ορισμένων φανατικών ή τα ένστικτα των κάθε λογής… ψεκασμένων, αλλά μάλλον δύσκολα πείθουν τους εχέφρονες πολίτες που δυσανασχετούν με την ανικανότητα των κυβερνώντων χωρίς να είναι έτοιμοι να υιοθετήσουν την οποιαδήποτε ακρότητα που εκτοξεύεται προς εντυπωσιασμό και μόνον.
Όταν, άλλωστε, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η ηγετική ομάδα που τον περιστοιχίζει έχει ενστερνιστεί δύο κεντρικά στοιχεία της πολιτικής που ακολουθείται, όπως είναι η παραμονή στο ευρώ και η αποτροπή των ελλειμματικών προϋπολογισμών, εύκολα αναρωτιέται κανείς τι νόημα έχουν αυτές οι βαρύγδουπες μεγαλοστομίες.
 Για να αναγνωρίσουμε, πάντως, και του… «στραβού το δίκιο», δεν ήταν διχαστικός μόνον ο λόγος του κ. Τσίπρα στην κοινοβουλευτική αντιπαράθεση για την ανανέωση της εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση, αφού ούτε η ηγεσία της συγκυβέρνησης πήγε πίσω σε… αντιπολιτευτικές κορώνες προς την αξιωματική αντιπολίτευση.
Μάλιστα, τόσο ο κ. Σαμαράς όσο και ο Ευάγγελος Βενιζέλος εξάσκησαν τη ρητορική τους δεινότητα εξακοντίζοντας πυρά προς μια, μάλλον, «καρικατούρα», που είναι οι «συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ» και τα αντιευρωπαϊκά τους ανακλαστικά, τα οποία, αν δεν έχουν μπει στο περιθώριο, βρίσκονται σίγουρα «εν υπνώσει». Και αυτό είναι μια ουσιώδης ποιοτική διαφορά, σε σχέση με το 2012, και τον φόβο που τότε περιόρισε τη δυναμική προς την εξουσία που τώρα έχει αποκτήσει το κόμμα του κ. Τσίπρα.
Γι΄ αυτό και αν, πραγματικά, οι ηγεσίες των συγκυβερνώντων κομμάτων δεν ενδιαφέρονταν για την εξουσία και μόνον, όπως και ο κ. Τσίπρας,θα αξιοποιούσαν τη στροφή του τελευταίου και θα τον καλούσαν να αποδείξει έμπρακτα ότι αποδέχεται την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ και αποδοκιμάζει, όπως έκανε στο Κόμο, την Ευρώπη των ελλειμμάτων, αποδεχόμενος έναν οδικό χάρτη που θα περιείχε τρεις πολύ απλούς σταθμούς: κοινή διαπραγματευτική ομάδα για την έξοδο από το Μνημόνιο και την αναδιάρθρωση του χρέους, συμφωνία για συναινετική εκλογή Προέδρου και Αναθεώρηση του Συντάγματος, προκήρυξη, αμέσως μετά, εκλογών ώστε να αποφασίσει ο ελληνικός λαός ποιος ή ποιοί θα διαχειριστούν τις μεταμνημονιακές τύχες της χώρας.
Θα τα δεχόταν όλα αυτά ο κ. Τσίπρας που επιμένει να μετατεθούντόσο η αναδιάρθρωση του χρέους όσοκαι η προεδρική εκλογή για μετά τις εκλογές; Το πλέον πιθανό είναι πως όχι. Αλλά,με μια τέτοια πρωτοβουλία,οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος –και πολύ περισσότερο ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ που προσπαθεί να πείσει ότι η παραμονή του στην κυβέρνηση αποτελεί κάτι σαν προσωπική «θυσία»- θα αποδείκνυαν ότι δεν είναι γαντζωμένοι στις καρέκλες, όπως τους κατηγορούν οι αντίπαλοί τους.
Δεν το έκαναν, όμως, ούτε ο κ. Σαμαράς, ούτε και ο κ. Βενιζέλος, την περασμένη Παρασκευή, επιμένοντας να σκιαμαχούν με τις (περιθωριακές) συνιστώσες και να μην αξιοποιούν την εμφανή στροφή προς τον ρεαλισμό της… κυβερνησιμότητας που έχει κάνει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.Και μάλλον δεν θα το κάνουν ούτε το επόμενο διάστημα.
Γι΄ αυτό, με ευθύνη –μικρότερη ή μεγαλύτερη, δεν έχει σημασία- και των δύο πλευρών, που δείχνουν να μην έχουν διδαχθεί τίποτε από το πρόσφατο ή το απώτερο παρελθόν, θα εξακολουθήσουμε να πορευόμαστε μέσα στο το ίδιο διχαστικό και εμφυλιοπολεμικό κλίμα. Ένα κλίμα, το οποίομόνον τυφλωμένοι από τα κομματικά πάθη δεν βλέπουν ότι αποτελεί την πλέον εύφλεκτη ύλη για το κάψιμο των λιγοστών σπαρτών από την πενιχρή και επίπονη συγκομιδή των τελευταίων χρόνων και την πιο επικίνδυνη πυριτιδαποθήκη από την οποία βγαίνουν οι εκρηκτικοί μηχανισμοί που απειλούν τις γέφυρες προς το μέλλον.