Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερντογάν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερντογάν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου 2023

Ερντογάν ήταν και… πέρασε (στη μνήμη του Χρήστου Ζαχαράκι)

            Η ακροτελεύτια παράγραφος της βασικότερης από τις συμφωνίες που υπεγράφησαν κατά τη χθεσινή ολιγόωρη παραμονή στην ελληνική πρωτεύουσα του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν άκρως αποκαλυπτική για την ουσία των πραγμάτων πίσω από σκηνικό της υποτιθέμενης ελληνοτουρκικής προσέγγισης που στήθηκε με την άφιξη στα μέρη μας του ενδεδυμένου τον μανδύα του… ειρηνόφιλου «Σουλτάνου».

«Αυτή η Διακήρυξη δεν αποτελεί διεθνή συμφωνία, δεσμευτική για τα Μέρη κατά το διεθνές δίκαιο. Καμία πρόνοια της Διακήρυξης αυτής δεν πρέπει να ερμηνεύεται ότι παράγει νομικά δικαιώματα ή υποχρεώσεις για τα Μέρη», είναι αυτολεξεί η παράγραφος με την οποία κλείνει η αποκληθείσα «Διακήρυξη των Αθηνών Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας».

Ευλόγως, λοιπόν, νομίζω ότι προβάλει το εξής ερώτημα: Εφόσον δεν πρόκειται για συμφωνία η οποία να δεσμεύει σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο έστω εκείνους που την υπέγραψαν και επίσης δεν παράγει νομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις για κανένα από τα δύο μέρη, μήπως τελικά η αξία αυτού του κειμένου δεν αξίζει ούτε καν το χαρτί που τυπώθηκε για να μπουν οι υπογραφές των δύο ηγετών; 

Όποιος, άλλωστε, διάβασε απροκατάληπτα την τόσο καλά προετοιμασμένη συνέντευξη την οποία παραχώρησε ο Τούρκος Πρόεδρος στην «Καθημερινή» την παραμονή της άφιξης του στην Ελλάδα, θεωρώ ότι δεν πρέπει να του έμεινε η παραμικρή αμφιβολία ότι η αναθεωρητική ατζέντα των γειτόνων μας παραμένει αμετάβλητη, αν δεν έχει αναβαθμιστεί κιόλας.

Διαβάζοντας τη συνέντευξη, πέρα από τις εύηχες γαλιφιές του τύπου «φίλε μου Κυριάκο…», που τόσο εύκολα διαδέχθηκε το «Μητσοτάκης γιοκ», μού ήρθαν κατά νου οι απόψεις για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ενός από τους εμβληματικότερους και εμπειρότερους Έλληνες διπλωματικούς των τελευταίων δεκαετιών, του Χρήστου Ζαχαράκι, ο οποίος -κατά σύμπτωση- άφησε τον μάταιο τούτο κόσμο την περασμένη Κυριακή, δηλαδή λίγα εικοσιτετράωρα πριν από την έλευση του Τούρκου Προέδρου στην Αθήνα.

Παρότι πέρασαν περισσότερα από είκοσι χρόνια, είναι ακόμη ζωντανή στη μνήμη μου η απαισιόδοξη ματιά του για την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων την οποία εξέφραζε αφήνοντας άφωνη μια ομήγυρη επισκεπτών που είχε βρεθεί στις Βρυξέλλες ενόσω εκείνος ήταν ευρωβουλευτής. 

Έχοντας διανύσει μια 35χρονη ευδόκιμη θητεία με υπηρεσίες στα πιο κρίσιμα διπλωματικά πόστα, όπως η Λευκωσία, η Ουάσιγκτον, το ΝΑΤΟ και τα Ηνωμένα Έθνη, ο αείμνηστος Ζαχαράκις τοποθετήθηκε το 1999 από τον Κώστα Καραμανλή σε εκλόγιμη θέση του ευρωψηφοδελτίου της Νέας Δημοκρατίας, παρόλο που όλοι τότε θα… στοιχημάτιζαν ότι ήταν πιο κοντά στην παράταξη του ΠΑΣΟΚ.

Η μεταπήδησή του από το διπλωματικό σώμα στην ενεργό πολιτική, ωστόσο, δεν αλλοίωσε επ΄ ουδενί τις πεποιθήσεις του, γεγονός που ίσως εξηγεί και το ότι δεν μακροημέρευσε στα πολιτικά αξιώματα τα οποία είδαμε κατά καιρούς να καταλαμβάνονται από πρόσωπα που ούτε κατά διάνοια διέθεταν τις δικές του ικανότητες και εμπειρίες. 

Σε μια περίοδο κατά την οποία η ελληνική εξωτερική πολιτική βολόδερνε ανάμεσα στις αυταπάτες των «ζεϊμπέκικων» και στις ψευδαισθήσεις των «κουμπαριών» με τον νεοείσακτο τότε στην τουρκική πολιτική σκηνή Ερντογάν, ο έμπειρος διπλωμάτης επέμενε, κόντρα στο ρεύμα της εποχής, να υποστηρίζει ότι η Άγκυρα έχει μακροπρόθεσμη επεκτατική στρατηγική που αντιστρατεύεται ευθέως τα ελληνικά συμφέροντα και τα κατοχυρωμένα από το διεθνές δίκαιο κυριαρχικά μας δικαιώματα.

Αν και προσωπικά αποκρούω τις «τουρκοφαγικές» διαθέσεις διάφορων συνήθως άκαπνων υπερπατριωτών, αισθάνομαι την ανάγκη, κάνοντας σπονδή στη μνήμη του Χρήστου Ζαχαράκι, να αναγνωρίσω ότι στην εικοσαετία που διέρρευσε έκτοτε οι προκλήσεις των γειτόνων μας όχι μόνον δεν περιορίστηκαν, όπως πολλοί αφελώς προεξοφλούσαν, αλλά, αντιθέτως, κλιμακώθηκαν. 

Δεν είναι μόνον ότι παραμένει ενεργό το διαβόητο casus belli σε περίπτωση άσκησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, το οποίο ομόφωνα ψήφισε η Τουρκική Εθνοσυνέλευση το μακρινό 1995 επί της πρωθυπουργίας της Τανσού Τσιλέρ. Ούτε οι αμφισβητήσεις του αναφαίρετου δικαιώματος μας να εξοπλίζουμε τα νησιά, κάτι που κάθε εχέφρων άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι αποτελεί απολύτως αμυντική και διόλου επιθετική κίνηση. 

Είναι και πολλά άλλα που προστέθηκαν στην πορεία του χρόνου, με κορυφαίο ίσως το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Αλλά και την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, τη ρητορική του «θα έρθουμε ξαφνικά μια νύχτα» και των πυραύλων που «φθάνουν για να πλήξουν την Αθήνα», τους ισχυρισμούς για τις υποτιθέμενες «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο, τις αυξανόμενες παραβιάσεις του εναερίου χώρους μας με υπερπτήσεις πολεμικών αεροπλάνων ακόμη και πάνω από κατοικημένα νησιά. 

Παρόλο που τους τελευταίους μήνες περιορίστηκαν αυτές οι προκλήσεις, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί βασίμως ότι δεν πρόκειται για τίποτε περισσότερο από τακτικούς ελιγμούς που υπακούουν στη συγκυρία των εντυπώσεων την οποία θέλει να δημιουργήσει η ηγεσία της γείτονος. Γι΄ αυτό και χρόνια τώρα επιμένει σε συμφωνίες – «πακέτο» των υποτιθέμενων ελληνοτουρκικών διαφορών, πακέτο το οποίο είναι υπερφορτωμένο με μονομερείς απαιτήσεις. 

Υπό αυτή την έννοια, δεν ξέρω σε ποιους απευθυνόταν ο Τούρκος Πρόεδρος όταν υποστήριζε ότι Έλληνες και Τούρκοι «είμαστε αδέλφια που καμιά φορά τσακωνόμαστε», η αλήθεια, όμως, είναι ότι δεν μπορώ να φανταστώ ότι έπεισε πολλούς είτε στη χώρα μας είτε διεθνώς. 

Καλώς, λοιπόν, υποδεχθήκαμε τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που τα είπε μπροστά και πίσω από τις κάμερες με την ελληνική πολιτική ηγεσία, την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου και τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά επειδή έτσι επιβάλει η διπλωματική αβρότητα και η καλή εικόνα στο διεθνές στερέωμα. Αλλά ως εκεί. 

Κακά τα ψέματα, «αδέλφια» με τον Ερντογάν και τους συμπατριώτες του δεν είμαστε. Ούτε πρόκειται να γίνουμε. Είμαστε, όμως, γείτονες που, υπό προϋποθέσεις, μπορούμε να συνεννοηθούμε. Αρκεί να υπάρχει αμοιβαία βούληση η οποία να οδηγεί πράγματι σε κατάσταση «καζάν, καζάν» (σ.σ.: win win), που λένε και στη γλώσσα του Ερντογάν. 

Μέχρι τότε εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε έτοιμοι για όλα, να οργανώνουμε την άμυνα μας και να συνάπτουμε τις συμμαχίες μας που θα μας διατηρούν ισχυρούς.

Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 2023

Τι ξέρουν οι αγορές και είναι τόσο ψύχραιμες;

Στο περιθώριο των εργασιών της ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, που γίνονται κάθε Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη, οργανώνονται δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες, διαδηλώσεις στις οποίες εκφράζουν ειρηνικά τις διαμαρτυρίες τους άνθρωποι από κάθε γωνιά του πλανήτη που διεκδικούν δικαιώματα και ελευθερίες ή καταγγέλλουν την παραβίασή τους.

Στη φετινή Συνέλευση, η μακράν πιο μαζική διαδήλωση που οργανώθηκε έξω από τα κεντρικά γραφεία του διεθνούς οργανισμού που βρίσκονται στη 2η Λεωφόρο της αμερικανικής μεγαλούπολης, ήταν εκείνη που οργανώθηκε από πολλές εκατοντάδες επικριτές της αυταρχικής κυβέρνησης του Μπέντζαμιν Νετανιάχου. 

Οι διαδηλωτές που είχαν συγκεντρωθεί εκεί και φώναζαν συνθήματα ανεμίζοντας τις γαλανόλευκες σημαίες του κράτους του Ισραήλ, δεν διαμαρτύρονταν ούτε για το άλυτο εδώ και επτά δεκαετίες Παλαιστινιακό, ούτε για την εν γένει στάση της χώρας -κλειδί για τις γεωπολιτικές ισορροπίες στη πολύπαθη και πάντα ταραγμένη Μέση Ανατολή.

Η κινητοποίησή τους ήταν συνέχεια των πολύμηνων μαζικών διαδηλώσεων που οργανώνονται στο Ισραήλ από τη στιγμή που ο Νετανιάχου έβαλε μπροστά τα σχέδια του για να καθυποτάξει τη Δικαιοσύνη της χώρας του η οποία όρθωνε αναχώματα στις αθέμιτες πρωτοβουλίες του ίδιου του πρωθυπουργού και των ακροδεξιών συμμάχων του, με τη βοήθεια των οποίων κατάφερε να ξαναπάρει την εξουσία έπειτα από την τέταρτη κατά σειράν εκλογική αναμέτρηση η οποία έγινε σχεδόν μέσα σε μια διετία πολιτικής αστάθειας. 

Ο βασικός πυρήνας των αλλαγών τις οποίες έκανε, ξεσηκώνοντας σχεδόν τους μισούς συμπατριώτες, ήταν ότι η Δικαιοσύνη δεν θα μπορεί εφεξής να ακυρώνει τον διορισμό υπουργών και άλλων αξιωματούχων που έχουν στο παθητικό τους καταδίκες για σκάνδαλα.  

Σε πείσμα των στερεοτύπων που επικρατούν στη χώρα μας, αλλά και αλλού, το κράτος του Ισραήλ είναι από την ίδρυσή του μια υψηλών προδιαγραφών κοινοβουλευτική δημοκρατία, στην οποία οι θεσμοί λειτουργούν με τρόπο που δύσκολα συναντά κανείς, όχι μόνον στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, όπου ο κανόνας είναι τα δικτατορικά καθεστώτα, αλλά ακόμη και σε δυτικές χώρες. Για παράδειγμα, αρκετές από τις αποκαλύψεις για τα κατά καιρούς σκάνδαλα της διακυβέρνησης Νετανιάχου έγιναν από τη συχνότητα του κρατικού ραδιοφώνου, κάτι το οποίο είναι μάλλον αδιανόητο ακόμη και για αρκετές ευρωπαϊκές χώρες – της Ελλάδας προφανώς συμπεριλαμβανόμενης.

Η αλήθεια είναι ότι το Ισραήλ είναι εδώ και αρκετό καιρό μια βαθιά διχασμένη χώρα, με σχεδόν τον μισό πληθυσμό της να συμφωνεί με τις κάθε είδους ακρότητες του Νετανιάχου και την υπόλοιπη κοινωνία που βγήκε για πολλούς μήνες στους δρόμους να είναι εντελώς αντίθετη με τις πολιτικές που ασκεί τόσο στο εσωτερικό πεδίο όσο και σε σχέση με τους γειτονικούς λαούς και κυρίως με τους Παλαιστινίους με τους οποίους, παρά τις διαφορές που έχουν, η ιστορία τούς έχει καταδικάσει να ζουν δίπλα δίπλα. 

Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, εκδηλώθηκε το περασμένο Σάββατο το φρικιαστικό απονενοημένο διάβημα των παράφρονων φανατικών που ηγούνται της «Χαμάς», της ακραίας τρομοκρατικής οργάνωσης, η οποία υποτίθεται ότι υπερασπίζεται τα δίκαια του Παλαιστινιακού λαού. Οι πέραν κάθε λογικής σφαγές αμάχων και οι απάνθρωπες κακοποιήσεις ανυπεράσπιστων παιδιών και γυναικών, στις οποίες επιδόθηκαν, απετέλεσαν το καλύτερο εφαλτήριο για να εξαπολυθούν οι επιθέσεις κατά της λωρίδας της Γάζας που είναι σε εξέλιξη και θα οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερες σφαγές ανθρώπων οι οποίοι δίχως αμφιβολία δεν σχετίζονται στην πλειονότητά τους με τα εγκλήματα και τις θηριωδίες που προηγήθηκαν.

Ο νέος κύκλος του αίματος που άνοιξε είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί πότε και πως θα μπορέσει να κλείσει. Βλέπετε, δεν είναι μόνον οι φανατικοί που έχουν πάρει το πάνω χέρι στην Κνεσέτ, το ισραηλινό Κοινοβούλιο, στο οποίο πλειοψηφούν οι υπερορθόδοξοι Εβραίοι σύμμαχοι του Νετανιάχου, που «τρέφονται» από την στρατηγική της έντασης. Ούτε οι παράφρονες που έχουν βρει καταφύγιο στη λωρίδα της Γάζας, η οποία ελέγχεται ασφυκτικά από την ισλαμοφασιστική «Χαμάς». 

Είναι και άλλοι «παίχτες» της ευρύτερης περιοχής που «επενδύουν» στη σύρραξη των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Με πρώτο και καλύτερο, φυσικά, έναν από τους μεγαλύτερους οπορτουνιστές όλων των εποχών Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος βρήκε και πάλι την ευκαιρία να εμφανιστεί ως ο προστάτης των σουνιτών μουσουλμάνων. Τον Τούρκο Πρόεδρο, ο οποίος μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα πάσχιζε δήθεν να συμμαχήσει με τον Νετανιάχου για να παρακάμψει την Κυπριακή Δημοκρατία από τις εξορύξεις υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά ξαφνικά μεταμορφώθηκε σε υπερασπιστή των ομοθρήσκων του και σε σφοδρό επικριτή των Ηνωμένων Πολιτειών επειδή έστειλαν αεροπλανοφόρο στα ανοιχτά της ουσιαστικά εμπόλεμης περιοχής όπως είναι πλέον η περιοχή της Γάζας.

Από το 1948, οπότε ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ, με σκοπό να αποτελέσει την εθνική εστία των απανταχού Εβραίων, στην περιοχή της Μέσης Ανατολής έχουν ξεσπάσει αλλεπάλληλες πολεμικές συρράξεις και έχουν γίνει πολύ περισσότερες σφαγές με επίκεντρο τα Ιεροσόλυμα, την -με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- κοιτίδα των τριών γνωστών και πολυπληθέστερων μονοθεϊστικών θρησκειών. 

Ωστόσο είναι δύσκολο να περάσει απαρατήρητο, τουλάχιστον από τους ψύχραιμους παρατηρητές των γεγονότων που δεν φορούν παρωπίδες που τους υποχρεώνουν να διαλέξουν στρατόπεδο, ότι, παρόλο που η εν εξελίξει ισραηλινοπαλαιστινιακή κρίση δείχνει να είναι μια από τις αιματηρές, οι τόσο «ευαίσθητες» με τις γεωπολιτικές αναταράξεις αγορές χρήματος και προϊόντων δείχνουν να αντιμετωπίζουν την κατάσταση με τον τρόπο που περιγράφεται καλύτερα από τη ρήση «business as usual». Ούτε αύξηση των τιμών του πετρελαίου είδαμε, ούτε άλλες οικονομικές επιπτώσεις κατεγράφησαν.  

Τι συμβαίνει άραγε και οι αγορές δεν αντέδρασαν με τον συνήθη τρόπο που αντιδρούν σε κάποια κρίση αυτής της έκτασης; Μήπως έχει γίνουν ρουτίνα τέτοιες σφαγές; Ή ίσως οι αγορές ξέρουν κάτι περισσότερο που δεν ξέρουμε όλοι εμείς; Όπως για παράδειγμα ότι οι φανατικοί της μιας και της άλλης πλευράς επέλεξαν, ανεξαρτήτως ποιος ήρξατο χειρών αδίκων, να αναμετρηθούν για να επιβεβαιώσουν την εξουσία τους χωρίς να συγκινούνται από τις θηριωδίες ή να νοιάζονται για το λουτρό αίματος που προκαλούν.

Χωρίς διάθεση για υιοθέτηση θεωριών συνωμοσίας, η παταγώδης αποτυχία της πιο οργανωμένης πολεμικής μηχανής της εποχής μας, που είναι αυτή του Ισραήλ, προκαλεί εντυπώσεις και υποψίες που δεν διασκεδάζονται εύκολα. Σε κάθε περίπτωση, ο φανατισμός και η ένταση είναι αλληλοτροφοδοτούμενα φαινόμενα τα οποία πυροδοτούνται από εμφανή αλλά και  αφανή συμφέροντα. 

Αλλοίμονο στα θύματα και στις οικογένειες τους! 

Παρασκευή 19 Μαΐου 2023

Οι εκλογές και το «ουκ επ΄ άρτω ζήσεται άνθρωπος….»*

Η πέραν πάσης προσδοκίας επικράτηση του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις κάλπες που στήθηκαν στη γείτονα χώρα την περασμένη Κυριακή συνιστά αναμφίβολα μια εξέλιξη που δεν μπορεί να ικανοποιεί οποιονδήποτε πολίτη ο οποίος εμφορείται από ειλικρινή δημοκρατικά αισθήματα. Διότι, σε κάθε περίπτωση, η ήττα ενός αυταρχικού ηγέτη είναι κέρδος για τους όπου γης θιασώτες της Δημοκρατίας.

Ανεξάρτητα, πάντως, αν, από γεωστρατηγική άποψη, η νίκη του Τούρκου Προέδρου είναι υπέρ ή κατά των εθνικών συμφερόντων της δικής μας χώρας -οι απόψεις διίστανται, με αρκετούς να θεωρούν ότι αποβαίνει υπέρ ημών και άλλους να υποστηρίζουν το αντίθετο-, η έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης στη γειτονική χώρα αποτελεί ένα πολυσήμαντο γεγονός που η ανάλυσή του δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.

Σε αντίθεση, εξάλλου, με τις θετικές επιστήμες, οι κοινωνικές επιστήμες, οι οποίες έχουν στο επίκεντρό τους τον άνθρωπο, δεν επιδέχονται ερμηνείες που βασίζονται είτε στην ερμηνεία την οποία μπορεί να έδωσε ένα πείραμα το οποίο έγινε στο εργαστήριο είτε μια παρατήρηση ενός φαινομένου που συνέβη στο φυσικό περιβάλλον. Ο κανόνας που θέλει και τα δύο αυτά να δίνουν τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα όσες φορές και αν επαναληφθούν δεν ισχύει όταν στην εξίσωση μπαίνει ο παράγων ανθρώπινη βούληση ή προσδοκία.

Υπό αυτή την έννοια, τα αναπάντητα ερωτήματα που αναδείχθηκαν από τις κάλπες στη γείτονα είναι πολλά με πρώτο και κύριο το εξής: Γιατί, άραγε, έπεσαν τόσο έξω σχεδόν όλες οι δημοσκοπήσεις που έδειχναν ότι την πρωτιά στη λαϊκή ψήφο θα αποσπούσε ο αντίπαλος του Τούρκου «Σουλτάνου» που διοικεί με πυγμή τη χώρα του για πάνω από δύο δεκαετίες;

Οι απλοϊκές ερμηνείες του τύπου «οι δημοσκόποι δεν αποτυπώνουν την εικόνα στην κοινωνία, αλλά την διαμορφώνουν», όπως αυτές που ακούμε στη χώρα μας από τους εκάστοτε υποψήφιους χαμένους των εκλογών, δεν βρίσκουν κανένα απολύτως έρεισμα στην προκειμένη περίπτωση. Πολύ περισσότερο που έχω την αίσθηση ότι ουδείς… ζηλεύει την τύχη που μπορεί να περιμένει τους υπευθύνους των τουρκικών εταιριών μέτρησης της κοινής γνώμης μετά τη δραματική διάψευση των προβλέψεων τους.

Το σημαντικότερο, ωστόσο, ερώτημα που χρήζει ευρύτερης ανάλυσης σχετίζεται με αυτή καθεαυτή την εκλογική συμπεριφορά των Τούρκων πολιτών: Πως είναι δυνατόν οι ψηφοφόροι μιας χώρας με τόσο οξείες κοινωνικές ανισότητες να επιβραβεύουν έναν ηγέτη και μια κυβέρνηση που ασκούν την εξουσία σε μια περίοδο που ο επίσημος πληθωρισμός έχει εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη, το εθνικό νόμισμα είναι υπό κατάρρευση, ενώ η φτώχεια η οποία μαστίζει τον μέσο Τούρκο διευρύνεται;

Είτε μας αρέσει, είτε όχι, εκείνο που περισσότερο από τις δημοσκοπήσεις κατέρρευσε στις κάλπες της γείτονος είναι ο στερεοτυπικός ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίο «οι περισσότεροι άνθρωποι ψηφίζουν με κριτήριο την τσέπη τους», που δεκαετίες τώρα βρίσκει έρεισμα στην περίφημη φράση «είναι η οικονομία ηλίθιε!» που αποδίδεται στον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον. Ακόμη και αν αυτός είναι ο κανόνας που ισχύει στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι εξαιρέσεις δεν είναι λίγες.

Το απέδειξε περίτρανα, η εκ τους αποτελέσματος αποτυχημένη προεκλογική καμπάνια που ακολούθησε ο αντίπαλος του Ερντογάν, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, εστιάζοντας την εκστρατεία του στην ακρίβεια και συγκεκριμένα στη εκτίναξη της τιμής που κατέγραψε το… κρεμμύδι και είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορούν να το προμηθευτούν τα περισσότερα νοικοκυριά. 

Όμως, ούτε το πανάκριβο κρεμμύδι μέτρησε, ούτε -δυστυχώς, δυστυχέστατα- η εκτεταμένη καταπάτηση των δημοκρατικών ελευθεριών του τουρκικού λαού και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των αντιπάλων της καθεστωτικού τύπου αυταρχικής τουρκικής κυβέρνησης.

Καλώς ή κακώς, η περίπτωση της Τουρκίας κατέδειξε ότι η εκλογική συμπεριφορά που επιδεικνύουν οι ψηφοφόροι ανά την υφήλιο δεν υπακούουν πάντα σε προκαθορισμένα ορθολογικά κριτήρια που σχετίζονται με το στενό οικονομικό συμφέρον, προσωπικό ή ταξικό, ενός εκάστου. 

Η ρήση του Ευαγγελίου σύμφωνα με την οποία «ουκ επ΄ άρτω ζήσεται άνθρωπος»* νομίζω ότι αποδίδει και μάλλον ερμηνεύει καλύτερα τη στάση την οποία τηρεί μια αξιοπρόσεκτη μερίδα του εκλογικού σώματος, πολύ πέρα από τα τουρκικά σύνορα. Με άλλα λόγια, συχνά οι άνθρωποι ψηφίζουν χωρίς να έχουν σε πρώτο πλάνο αυτό που δείχνει να επιβάλει το στενό οικονομικό τους συμφέρον. 

Από μια πρώτη άποψη, που μένει να επιβεβαιωθεί και στις 28 Μαΐου, που είναι ο δεύτερος γύρος των τουρκικών προεδρικών εκλογών, προκύπτει ότι ο Ερντογάν κέρδισε κατά κράτος τον ευρύ συνασπισμό των αντιπάλων του, ο οποίος στηρίχθηκε αφειδώς και από παράγοντες εκτός της Τουρκίας, επειδή παρουσίασε στους συμπατριώτες του ένα οραματικό αφήγημα που υπερέβαινε τις τιμές του κρεμμυδιού και της φραντζόλας.

Είτε μας αρέσει είτε όχι, ο Τούρκος Πρόεδρος, που δεν είναι τυχαίο ότι επικρατεί στη μια εκλογική αναμέτρηση μετά την άλλη τα τελευταία είκοσι χρόνια, φαίνεται να κέρδισε τους συμπατριώτες του επειδή μίλησε στις καρδιές του για τον «νέο αιώνα της Τουρκίας», κάτι το οποίο, με ό,τι και αν συνεπάγεται για μας που η γεωγραφία μάς… καταδίκασε να ζούμε στην ίδια γειτονιά, δεν μπορεί και δεν πρέπει να μας αφήνει αδιάφορους.

Πηγαίνοντας, λοιπόν, κι εμείς σε λιγότερο από 48 ώρες στις δικές μας κάλπες, ας ψηφίσουμε όχι μόνον για το ψωμί μας, δηλαδή για το στενό οικονομικό μας συμφέρον, αλλά και για όλα τα άλλα που εξασφαλίζουν ένα καλύτερο μέλλον για μας και τα παιδιά μας. Επιλογές έχουμε, ας κάνουμε την καλύτερη. 

 

*Η φράση προέρχεται από τον ευαγγελιστή Ματθαίο, ο οποίος περιγράφει την απάντηση την οποία έδωσε ο πεινασμένος Ιησούς όταν στη διάρκεια πολυήμερης νηστείας που έκανε στην έρημο τον πλησίασε ο διάβολος, προκαλώντας τον, αφού είναι γιος του Θεού, να μετατρέψει τις πέτρες σε ψωμιά. Εκείνος του απάντησε ότι «ο άνθρωπος δεν ζει μόνον με ψωμί αλλά με όλα τα λόγια που βγαίνουν από το στόμα του Θεού». («…οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ»).

Παρασκευή 12 Μαΐου 2023

Οι Τούρκοι με ροζ βίντεο κι εμείς με την… Παναγιά την γκέισα

Μπορεί αρκετοί πολιτικοί να επιμένουν να χρησιμοποιούν τις διόλου πρωτότυπες και απολύτως στερεοτυπικές εκφράσεις ότι «αυτές οι εκλογές είναι οι πιο κρίσιμες της Μεταπολίτευσης», η ατμόσφαιρα, ωστόσο, η οποία επικρατεί στην κοινωνία, μόλις μια εβδομάδα πριν πάμε να ψηφίσουμε, δεν φαίνεται να συνάδει με τόσο βαρύγδουπους χαρακτηρισμούς.

Με εξαίρεση, άλλωστε, τις τοξικές «μάχες του πληκτρολογίου» τις οποίες δίνουν τα ένθεν κακείθεν τρολ του Διαδικτύου, επιχειρώντας να βγάλουν… «από τη μύγα ξύγκι» για να δικαιολογήσουν προφανώς τον λόγο της ύπαρξής τους, η πραγματικότητα που διαμορφώνεται γύρω μας δείχνει ότι οδεύουμε στην πιο ήπια εκλογική αναμέτρηση των τελευταίων δεκαετιών.

Η πλειονότητα των Ελλήνων φαίνεται να τηρεί τις δέουσες αποστάσεις από τη συνήθη οξύτητα η οποία παραδοσιακά συνοδεύει τις προεκλογικές αντιπαραθέσεις ανάμεσα στα κόμματα. Αλλά και οι κομματικές ηγεσίες και τα επιτελεία τους δείχνουν επίσης με τη σειρά τους να συνειδητοποιούν ότι οι ψηφοφόροι δεν είναι ευεπίφοροι στην υπερβολή και δεν… τσιμπούν, τουλάχιστον όσο εύκολα τσιμπούσαν παλαιότερα, σε καμπάνιες που προσπαθούν να αποδείξουν ότι «οι εκλογές είναι πόλεμος στον οποίο αναμετρώνται το φως με το σκοτάδι».

Έχω την αίσθηση ότι η τηλεμαχία της περασμένης Τετάρτης με τους έξι πολιτικούς αρχηγούς που βρέθηκαν στα στούντιο της ΕΡΤ απετέλεσε μια τέτοια ένδειξη, αφού ήταν εμφανής η προσπάθεια όλων να επιδείξουν, έστω και για το φαίνεσθαι, υπευθυνότητα και αξιοπιστία.

Μπορεί να μην απουσίασαν πλήρως οι λαϊκίστικες κορώνες, όπως το κρεσέντο του Κυριάκου Βελόπουλου για την υποτιθέμενη προπαγάνδα των σχολικών βιβλίων υπέρ της… Παναγιάς της γκέισας, αλλά, εδώ και που τα λέμε, δεν ήταν και προς… θάνατον. 

Εξάλλου, ο εν λόγω επιχειρηματίας -κατά δήλωσή του- είχε κατά το παρελθόν επιδοθεί και μάλιστα με πολύ μεγάλη επιτυχία, αν κρίνουμε από τα περιουσιακά του στοιχεία, στο εμπόριο των επιστολών του Ιησού. Μπροστά σε αυτό, η στηλίτευση των κινδύνων κατά της κοινωνίας που υποτίθεται ότι συνιστά το γεγονός ότι τα παιδιά του Δημοτικού στα ελληνικά σχολεία μαθαίνουν ότι άλλοι λαοί αποτυπώνουν διαφορετικά την Παναγία, μοιάζει… πταίσμα. 

Αν εξέλιπαν, άλλωστε, παντελώς οι περιθωριακές γραφικότητες αυτού του είδους, ίσως να ήταν πιο δύσκολη η επιλογή μας. Εφόσον όλοι όσοι διεκδικούν την ψήφο μας ήταν ίδιοι και απαράλλακτοι, με ποιο, άραγε, κριτήριο, θα μπορούσαμε να διαλέξουμε με ποιον θα πάμε και ποιον θα αφήσουμε; 

Στο τέλος τέλος ούτε οι ψηφοφόροι είμαστε ίδιοι μεταξύ μας. Μας διαφοροποιούν, από τη μια, τα συμφέροντα (ταξικά, επαγγελματικά και άλλα) που ο καθείς (επιθυμεί να) εκπροσωπεί και, από την άλλη, οι νοοτροπίες από τις οποίες διακατεχόμεθα όλοι μας. Νοοτροπίες που σχετίζονται με τις απόψεις, τις θέσεις και τις ιδεολογικές προσεγγίσεις ενός εκάστου και οι οποίες κάποιες φορές υποτάσσονται στα συμφέροντα μας και άλλες φορές -κυρίως όταν η ιδεολογία μετατρέπεται σε ιδεοληψία- υπερτερούν και είναι εκείνες που δίνουν τον τόνο της συμπεριφοράς μας.

Με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που διέπουν τη σύγχρονη ελληνική πολιτική πραγματικότητα, πρέπει να παραδεχτούμε ότι, ρίχνοντας μια πρόχειρη ματιά στα προεκλογικά πεπραγμένα της γειτονικής Τουρκίας, εύκολα αντιλαμβάνεται κάποιος ότι υπάρχουν και χειρότερα. Πολύ χειρότερα. 

Εμείς ούτε απόσυρση υποψηφίου είχαμε υπό την απειλή της μετάδοσης ροζ βίντεο, ούτε καταγγελίες για ανάμειξη ξένων δυνάμεων -της Ρωσίας, εν προκειμένω- στα εσωτερικά μας ακούσαμε να διατυπώνονται, όπως συμβαίνει στη γειτονική χώρα η οποία πάει στις κάλπες αυτής της Κυριακής μέσα σε συνθήκες που ουδείς μπορεί να προδικάσει την έκβασή τους.

Είναι πολλοί εκείνοι που προεξοφλούν ότι αν κερδίσουν την εκλογική αναμέτρηση οι αντίπαλοι του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οι οποίοι σύμφωνα με τις δημοκοπήσεις έχουν το προβάδισμα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η διαδοχή στην εξουσία θα γίνει με ομαλό τρόπο.

Κακά τα ψέματα, από τη μια η μακρά πλέον μεταπολιτευτική μας παράδοση του σεβασμού στην εναλλαγή των κομμάτων στη διακυβέρνηση της χώρας και από την άλλη τα παθήματα της μνημονιακής περιόδου, κατά την οποία πληρώσαμε ακριβά τις ακραίες συμπεριφορές και τις ασύστολες υποσχέσεις, φαίνεται να μας οδηγούν ολοένα και κοντύτερα στην ευρωπαϊκή κανονικότητα. 

Είδαμε, άλλωστε, πως μαζεύτηκαν άρον – άρον στην τηλεμαχία αρκετές από τις ακρότητες για παράλληλα νομίσματα ή για ορθάνοικτα σύνορα που δεν χωρούν στην κοινή λογική από την οποία εμφορείται η πλειονότητα των πολιτών.

Πολλές και ποικίλες ερμηνείες μπορούν να δοθούν για αυτή τη διαφοροποίηση στην ποιότητα του πολιτικού διαλόγου που βλέπουμε συγκριτικά ακόμη και με το πρόσφατο παρελθόν. Αλλά επειδή μπορεί να έχουμε και μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, αμέσως μετά την επερχόμενη πρώτη, ίσως είναι σώφρον να μη σπεύσουμε να βγάλουμε οριστικό πόρισμα για το κατά πόσο θα κρατήσει αυτή η ατμόσφαιρα στο διηνεκές.

Στη παρούσα φάση, κατά την οποία μας χωρίζει μόλις μια βδομάδα από την κάλπη της 21ης Μαΐου, αρκεί ίσως να εκφράσουμε την ελπίδα και την αισιοδοξία μας ότι το κλίμα της δημοκρατικής ομαλότητας που βιώνουμε σε τούτη την προεκλογική περίοδο θα διατηρηθεί χωρίς μείζονες παρεκκλίσεις και την επομένη της λαϊκής ετυμηγορίας. 

Αν λείψουν και οι λαϊκισμοί για την… Παναγιά την γκέισα, τα πράγματα θα είναι ακόμη καλύτερα. (Αλλά ίσως δεν θα πρέπει να τα θέλουμε όλα δικά μας από τη μια στιγμή στην άλλη…).

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2022

Πέντε μαθήματα από το «κόκκινο κύμα» που κατέληξε… παφλασμός


Με όλες τις ιδιαιτερότητες αλλά και τις παραδοξότητες που το χαρακτηρίζουν, όπως ο σχεδόν αδιάσπαστος δικομματισμός ή η περιορισμένη συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία κυρίως των φτωχότερων στρωμάτων, το αμερικανικό πολιτικό σύστημα διαθέτει πλεονεκτήματα που μπορεί να πει κάποιος ότι είναι ζηλευτά από πολλές άλλες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες.

Η σταθερότητα, για παράδειγμα, στον χρόνο έκφρασης της λαϊκής ετυμηγορίας είναι ένα από αυτά τα πλεονεκτήματα. Οι κανόνες του εκλογικού παιχνιδιού είναι από ετών γνωστοί σε όλους και αλλάζουν πάρα πολύ σπάνια, όπως συνέβη πρόσφατα με τα όρια των εκλογικών περιφερειών στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης. 

Το σημαντικότερο, όμως, πλεονέκτημα είναι ότι, ακόμη και σε περιόδους ακραίας πολιτικής πόλωσης, όπως αυτή που ζουν τα τελευταία χρόνια οι Ηνωμένες Πολιτείες, το αμερικανικό εκλογικό σώμα επιλέγει την «εξισορροπητική» ψήφο.

Όταν στον Λευκό Οίκο ο ένοικος είναι από τη μια πολιτική παράταξη, τότε οι ψηφοφόροι φροντίζουν την πλειοψηφία στο Κογκρέσο να την έχουν οι αντίπαλοί του. Ο άτυπος αυτός κανόνας επιβεβαιώθηκε και στις ενδιάμεσες εκλογές της περασμένη Τρίτης. 

Έτσι, όπως η πλειοψηφία των Δημοκρατικών έκανε δύσκολη τη ζωή του προηγούμενου Ρεπουμπλικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, επιχειρώντας μάλιστα ακόμη την καθαίρεσή του, τώρα οι ψηφοφόροι έδωσαν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων στους Ρεπουμπλικανούς, υποχρεώνοντας τον Δημοκρατικό Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να συνδιαλλαγεί με τους αντιπάλους του αν θέλει στη διετία που του απομένει στο αξίωμα να κυβερνήσει αποτελεσματικά τη μεγάλη αυτή χώρα.

Σε πείσμα, όμως, των πρόωρων πανηγυρισμών στους οποίους -με τη συνδρομή και κάποιων δημοσκοπήσεων- επιδόθηκαν τα στελέχη και οι οπαδοί των Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι πριν ανοίξουν οι κάλπες έβλεπαν ένα «κόκκινο κύμα» (σ.σ.: από το χρώμα του κόμματός του) να σαρώνει από άκρη σε άκρη τις Ηνωμένες Πολιτείες, η λαϊκή ψήφος διέψευσε τις προσδοκίες τους. 

Ο έλεγχος του δεύτερου νομοθετικού Σώματος, της Γερουσίας, θα παραμείνει -ευτυχώς για την Ελλάδα!- στην παράταξη των Δημοκρατικών. Και, εξ αυτού, η ανάγκη για αναζήτηση συμβιβαστικών λύσεων στα προβλήματα της αμερικανικής κοινωνίας θα είναι ακόμη πιο επιτακτική.

Πέραν, πάντως, από τα συγκεκριμένα γενικά χαρακτηριστικά που διέπουν το αποτέλεσμα αρκετών εκλογικών αναμετρήσεων στις ΗΠΑ, ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι οι πρόσφατες ενδιάμεσες εκλογές, από τις οποίες αναδείχθηκε ένα μεγάλο μέρος της αμερικανικής πολιτικής τάξης, ήταν όμοια -και πως θα μπορούσε, άλλωστε;- με κάποια προηγούμενη. 

Γι΄ αυτό και τα αποτελέσματά τους, τα οποία (άλλο αυτό αμερικανικό… παράδοξο, δεν έχουν οριστικοποιηθεί ακόμη) αξίζουν μια πιο ενδελεχή ματιά για να εξαχθούν συμπεράσματα τα οποία μπορεί να αποτελέσουν μαθήματα που τυγχάνουν γενικότερης εφαρμογής:

Μάθημα πρώτο: Η υπεροπτική προεξόφληση του εκλογικού αποτελέσματος επιφυλάσσει συχνά οδυνηρές εκπλήξεις. Όποιος έχει αντίθετη άποψη ας ανατρέξει τις τελευταίες ομιλίες του Τραμπ και στις χιλιάδες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για το «κόκκινο κύμα» το οποίο κατέληξε ένας απλός… παφλασμός.

Μάθημα δεύτερο: Η βεβαιότητα που ορισμένοι εκφράζουν ότι η κατάσταση της… τσέπης είναι το αποκλειστικό κριτήριο της ψήφου των πολιτών διαψεύστηκε οικτρά. Η ανάγκη προστασίας της Δημοκρατίας από τον «τραμπισμό», όπως και το θέμα των αμβλώσεων, καθόρισε τη συμπεριφορά μιας αξιοσημείωτης μερίδας των προοδευτικών εκλογέων που κινητοποιήθηκαν και πήγαν στην κάλπη.

Μάθημα τρίτο: Οι δημοσκοπήσεις δεν πέφτουν πάντα μέσα. Προφανώς δεν είναι «στημένες», όπως τις θέλουν οι απανταχού της γης συνομωσιολόγοι, αλλά τις περισσότερες φορές βρίσκουν τις τάσεις, αλλά δεν πετυχαίνουν τα εκλογικά αποτελέσματα με χειρουργική ακρίβεια. Βλέπετε οι άνθρωποι δεν έχουν τη συμπεριφορά των μηχανών και οι ανθρωπιστικές επιστήμες δεν προσομοιάζουν με τις φυσικές.

Μάθημα τέταρτο: Η συζήτηση για τον «τοξικό» Τραμπ που άνοιξε από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η ετυμηγορία των Αμερικανών κατέδειξε ότι οι μεγάλες παρατάξεις (και -αν θέλετε- τα συμφέροντα που ταυτίζονται μαζί τους) αποφεύγουν να επενδύσουν σε… «κουτσά άλογα». 

Το σενάριο που ήθελε τον τέως Πρόεδρο να ανακοινώνει μια νέα υποψηφιότητα για το 2024 αποδυναμώθηκε, καθώς μέσα από τις κάλπες ανέτειλαν νέα πολιτικά αστέρια, όπως ο 44χρονος κυβερνήτης στην Πολιτεία της Φλόριντα Ρον Ντε Σάντις. 

Αν όντως επικρατήσει στην κούρσα για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα, που σύντομα θα ξεκινήσει, τότε και η τύχη του ήδη 80χρονου νυν Προέδρου Μπάιντεν είναι μάλλον προδιαγεγραμμένη. Δύσκολα θα ανανεώσει τη θητεία του ακόμη και αν λάβει εκ νέου το χρίσμα από τους Δημοκρατικούς.

Μάθημα πέμπτο: Το ελληνικό λόμπι είναι από τους μεγάλους νικητές αυτών των ενδιάμεσων εκλογών, καθώς πέτυχε τους περισσότερους από τους στόχους που είχε θέσει. Με αποκορύφωμα την αποτυχία να εκλεγεί Γερουσιαστής στην Πολιτεία της Πενσυλβάνιας ο διαβόητος τουρκικής καταγωγής τηλεγιατρός και φίλος του Ερντογάν Δρ Μεχμέτ Οζ. 

Η κινητοποίηση όλων των δυνάμεων της Ομογένειας και οι έξυπνες συμμαχίες που συνήψε με άλλα λόμπι και προσωπικότητες από τις δύο παρατάξεις, είχε ως αποτέλεσμα να ενισχύσει την επιρροή της στα κρίσιμα πόστα εξουσίας της Ουάσιγκτον.

Άλλωστε, ποιος διαφωνεί ότι η εφαρμοσμένη πολιτική δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια διαρκή αναμέτρηση συσχετισμών δύναμης στην άσκηση της εξουσίας;

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022

Ο αυταρχισμός αντιμέτωπος με τη λαϊκή βούληση


Η Δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, με εξαίρεση όλα τα άλλα», είχε πει με το γνωστό βρετανικό φλέγμα του ο Ουίνστον Τσόρτσιλ. Και όσο και αν το συγκεκριμένο απόφθεγμα έχει γίνει κλισέ κάθε φορά που θέλει κάποιος να δείξει πόσο χειρότερα είναι τα πράγματα όταν καταλύονται οι δημοκρατικοί θεσμοί και επικρατεί ο αυταρχισμός, δεν ξέρω αν υπάρχει άλλη ρήση που να αποδίδει πιο παραστατικά όσα συμβαίνουν στις μέρες μας σε μια σειρά από χώρες που διοικούνται από -περισσότερο ή λιγότερο- συγκεκαλυμμένα δικτατορικά καθεστώτα.

Από τη Ρωσία του Πούτιν έως την Τουρκία του Ερντογάν και το Ιράν των μουλάδων, πολυπληθείς κοινωνίες βιώνουν την απόλυτη καταπάτηση των δικαιωμάτων που όλοι εμείς στον δυτικό κόσμο θεωρούμε δεδομένα και κατοχυρωμένα. Το γεγονός ότι και στις τρεις αυτές χώρες οι αυταρχικές ηγεσίες τους προκύπτουν από εκλογικές διαδικασίες δεν διαφοροποιεί τα πράγματα. Διότι, σε αντίθεση με τις δυτικού τύπου κοινοβουλευτικές, ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόζονται οι κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού κάνει τις κάλπες που στήνονται να μην είναι στην πραγματικότητα τίποτε περισσότερο από μια επίφαση δημοκρατικότητας.

Δεν είναι τυχαίο ότι και στα τρία προαναφερθέντα καθεστώτα οι διώξεις και φυλακίσεις των πολιτικών αντιπάλων των ηγεσιών τους αποτελούν συχνό φαινόμενο που νοθεύει κάθε απόπειρα για πραγματική εναλλαγή στους θώκους της εξουσίας. Ούτε ότι η βίαιη καταστολή δεν επιτρέπει να εκφραστεί ελεύθερα η λαϊκή βούληση για μείζονες επιλογές που επηρεάζουν τις ζωές των ανθρώπων σε αυτές τις χώρες.

Το Ιράν συγκλονίζεται τις τελευταίες ημέρες από τις πρωτοφανείς μαχητικές διαδηλώσεις γυναικών και ανδρών που βγήκαν στους δρόμους μετά τον θάνατο της 22χρονης Μαχσά Αμινί η οποία είχε συλληφθεί και φυλακιστεί από την Αστυνομία Ηθών (!) επειδή δεν φορούσε σωστά τη μαντίλα που έχει επιβάλει στις γυναίκες το θεοκρατικό καθεστώς που εγκατέστησε στη χώρα το 1979 ο αγιατολάχ Χομεϊνί. Η ηγεσία της Τεχεράνης δεν φαίνεται να πήρε το μήνυμα του ξεσηκωμού που προκάλεσε ο αυταρχισμός της.

Οι διαδηλωτές έρχονται αντιμέτωποι με δολοφονική βία, την ίδια ώρα που ο ευρισκόμενος στα Ηνωμένα Έθνη πρόεδρος της χώρας Iμπραχίμ Ραΐσι αποχώρησε από προγραμματισμένη συνέντευξη με τη δημοσιογράφο του CNN Κριστιάν Αμανπούρ επειδή δεν δέχθηκε να φορέσει μαντίλα στη διάρκεια της συνομιλίας τους.

Στη Ρωσία την ίδια ώρα το καθεστώς του Βλαντιμίρ Πούτιν, αντί να πάρει το μάθημα από την οικτρή για τη χώρα του εξέλιξη που φαίνεται να έχουν τα κατακτητικά σχέδια με τα οποία εισέβαλε τον περασμένο Φεβρουάριο στην Ουκρανία, επιδίδεται σε λεονταρισμούς περί χρήσης πυρηνικών όπλων και ταυτόχρονα καταφεύγει σε απελπιστικές κινήσεις επιστράτευσης Ρώσων εφέδρων, οι οποίοι -αν είναι δυνατόν να πιστέψει κάποιος- ότι μπορεί να αλλάξουν τον ρου ενός πολέμου που χάθηκε από τους επαγγελματίες.

Οι διαδηλώσεις που ξέσπασαν κι εκεί, αλλά κυρίως τα κύματα φυγής προς το εξωτερικό των υποψηφίων για στράτευση, δείχνουν πόσο η ηγεσία του Κρεμλίνου αντιστρατεύεται τη θέληση των πολιτών της χώρας. Είναι προφανές ότι η πουτινική προπαγάνδα -η οποία τόσα ευήκοα ώτα συνάντησε και συναντά ακόμη στη δική μας χώρα- στην ίδια τη Ρωσία δεν βρίσκει λαϊκό έρεισμα. Οι Ρώσοι δεν θέλουν αυτόν τον άδικο πόλεμο και γι΄ αυτό ο «στρατιωτικός περίπατος» προς το Κίεβο τον οποίο είχαν σχεδιάσει στη Μόσχα μετατρέπεται πλέον σε έναν ατελείωτο Γολγοθά που είναι δύσκολο να προβλέψει κάποιος την κατάληξη την οποία θα έχει.

Στη γειτονική μας Τουρκία μπορεί να μην ξεσπούν στην παρούσα φάση ταραχώδεις διαδηλώσεις, ίσως και επειδή οι φυλακές είναι γεμάτες από αντιφρονούντες στο καθεστώς Ερντογάν, όμως η πρόσφατη δημοσκόπηση που αποτύπωσε τα αισθήματα των Τούρκων πολιτών έναντι της Ελλάδας, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτέλεσε μια ψυχρολουσία για τον σύγχρονο «Σουλτάνο» της Άγκυρας και την τακτική των συνεχών προκλήσεων εναντίον της χώρας μας.

Παρά την καθημερινή προπαγάνδα που υφίστανται οι Τούρκοι από την ερντογανική εξουσία, η οποία εμφανίζει την Ελλάδα ως χώρα που απειλεί την… τουρκική ακεραιότητα, η πλειονότητα της κοινής γνώμης στη γείτονα δεν ενστερνίζεται τις πολεμοκάπηλες κραυγές της κυβέρνησης της Άγκυρας, στις οποίες μάλιστα συχνά πλειοδοτεί και μερίδα της τουρκικής αντιπολίτευσης.

Το 64% των Τούρκων απάντησε σε σχετικό ερώτημα ότι θεωρεί φίλο τον ελληνικό λαό έναντι μόλις του 31,3% που πιστεύει ότι είναι εχθρός. Ακόμη πιο ηχηρό ήταν ίσως το εύρημα της ίδιας μέτρησης, σύμφωνα με το οποίο το 51,5% της κοινής γνώμης πιστεύει ότι η ένταση του τελευταίου διαστήματος με την Ελλάδα αποτελεί προεκλογικό τέχνασμα του Τούρκου Προέδρου. 

Αν κρίνουμε, όμως, από την σφοδρότητα με την οποία ο Ερντογάν μίλησε κατά της Ελλάδας από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, το αυτί του μάλλον δεν ιδρώνει. Ενδεχομένως και επειδή δεν έχει τίποτε άλλο για να «πουλήσει» προεκλογικά στον λαό του πέραν της εθνικιστικής ρητορικής που συσπειρώνει τους φανατικούς ακόμη και όταν αυτοί είναι μειοψηφία.

Εν κατακλείδι, με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που μπορεί να έχει -και έχει- ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν στη δική μας χώρα οι δημοκρατικοί θεσμοί, δεν έχουμε παρά να αισθανόμαστε… τυχεροί και να είμαστε ευγνώμονες που ζούμε σε μια ανοιχτή δημοκρατική Πολιτεία στην οποία μπορούμε να διατυπώνουμε ελεύθερα τις απόψεις μας και να μαχόμαστε γι΄ αυτές είτε είναι πλειοψηφικές είτε είναι μειοψηφικές. 

Ας διαφυλάξουμε, λοιπόν, τη Δημοκρατία μας, τουλάχιστον μέχρι να βρεθεί καλύτερο πολίτευμα που να μπορεί να την αντικαταστήσει…

Παρασκευή 1 Ιουλίου 2022

«Απρόβλεπτος νταλαβεριτζής» ή «προβλέψιμος πολικάντης»;

Στην Ελλάδα, ενδεχομένως κι αλλού, αλλά δεν μπορώ να το πω με την ίδια βεβαιότητα, έχουμε μια τάση να μεγαλοποιούμε κάθε τι που «ακουμπά» εκείνο που εμείς έχουμε ορίσει ως εθνικό συμφέρον. Η τάση αυτή μας οδηγεί στην απώλεια της μεγάλης εικόνας και μας κάνει να βλέπουμε συχνά τα μεγάλα ως μικρά και τα μικρά ως μεγάλα.

Δεκαετίες ολόκληρες, ακόμη και προ της εμφάνισης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην πολιτική σκηνή της γειτονικής μας Τουρκίας, διαβάζουμε και ακούμε στον εγχώριο δημόσιο διάλογο για την υποτιθέμενη σταθερή εξωτερική πολιτική που ασκείται από την Άγκυρα.

Παλιότερα εκφραζόταν θαυμασμός για το «βαθύ κράτος» των στρατιωτικών που επέβαλε τη βούλησή του στους πολιτικούς, τους οποίους ανέτρεπε που και που όταν δεν ήταν πολύ «υπάκουοι» στα κελεύσματά του.

Πιο πρόσφατα -και ειδικά αυτές τις μέρες που έγινε η Σύνοδος του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, από όπου γράφω τούτες τις γραμμές- είναι σύνηθες να εκθειάζεται ο Ερντογάν ο οποίος υποτίθεται ότι ασκεί πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική επειδή συχνά δεν ακολουθεί τις νόρμες της Δύσης. 

Θεωρείται «αξιέπαινος» επειδή κάνει διάφορα παιχνίδια με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Όπως η προμήθεια ρωσικών οπλικών συστημάτων, η άρνηση της χώρας του να εφαρμόσει τις κυρώσεις κατά της Μόσχας που αποφασίστηκαν μετά την εισβολή στην Ουκρανία και πιο πρόσφατα η απειλή για χρήση βέτο στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο.

Η αλήθεια είναι ότι θα αποτελούσε έκπληξη οποιαδήποτε άλλη στάση από τον αρχηγό ενός κράτους που τα τελευταία χρόνια στέλνει στρατεύματα σε μια πλειάδα -γειτονικών και μη- χωρών. Ο αυταρχικός ηγέτης μιας χώρας που, μόλις βρίσκει πρόσχημα, παραβιάζει τα σύνορα των γειτόνων του, δεν θα μπορούσε παρά να νοιώθει και να είναι αλληλέγγυος με έναν όμοιο του που με θρασύτητα εφαρμόζει τον αναθεωρητισμό από τον οποίο διακατέχονται και οι δύο.

Τα ερωτήματα βεβαίως που τίθενται κάθε φορά που ανοίγει μια τέτοια συζήτηση είναι κατά βάση δύο: Πρώτον, αν και κατά πόσο όλη αυτή η στρατηγική που έχει χαράξει ο Τούρκος Πρόεδρος, είναι επωφελής για τη χώρα του. Και, δεύτερον, αν η Ελλάδα μπορεί να βαδίσει στον ίδιο δρόμο και, αγνοώντας τις συμμαχίες που έχει, να παριστάνει τον απρόβλεπτο ταραξία που αναζητά κάθε φορά αλά καρτ εταίρους.

Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα είναι νομίζω ευκολότερη διότι όλοι θυμούμαστε ότι στα χρόνια του Μνημονίου κάθε φορά που επιδιώξαμε να βρούμε ανταπόκριση και αλληλεγγύη μακριά από το κοινό σπίτι που έχουμε με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους και είναι οι θεσμοί της ΕΕ, το αποτέλεσμα ήταν μια ψυχρολουσία.

Οι ελπίδες, για παράδειγμα, ότι ο κοντινός στον Πούτιν ολιγάρχης Αλεξέι Μίλερ, που έχει υπό τον έλεγχο του την Gazprom, θα μας δάνειζε ή θα μας έδινε δωρεάν φυσικό αέριο, απεδείχθησαν φρούδες. Ενώ ο ίδιος ο Ρώσος Πρόεδρος που από την αρχή μας είχε προτρέψει να πάμε στο ΔΝΤ, κατόπιν όχι μόνον δεν δέχτηκε να (μας) τυπώσει δραχμές, αλλά έσπευσε να καρφώσει στον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ ότι αξιωματούχοι της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ τού υπέβαλαν σχετικό αίτημα. 

Η συνέχεια είναι γνωστή: μετά το οπερετικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015, αναζητήσαμε εκεί που ο δανεισμός μας ήταν εξασφαλισμένος, στους ευρωπαϊκούς θεσμούς δηλαδή.

Επιστρέφοντας τώρα στο θέμα μας που είναι ο Ερντογάν και στο πρώτο ερώτημα που θέσαμε πιο πάνω και είναι αν η στάση του «απρόβλεπτου παίκτη», την οποία έχει υιοθετήσει, εξυπηρετεί τα τουρκικά συμφέροντα, η απάντηση είναι μάλλον περίπλοκη. 

Πριν προμηθευτεί τους ρωσικούς αντιαεροπορικούς πυραύλους S-400, η Άγκυρα είχε συμφωνήσει με τις Ηνωμένες Πολιτείες να συμμετάσχει στο πρόγραμμα κατασκευής των αεροσκαφών F-35, να αγοράσει επίσης F-16 και να αναβαθμίσει τα αεροσκάφη αυτής της κατηγορίας που διαθέτει ήδη. Ήταν άλλωστε τότε η εποχή Τραμπ και ανοικτοί οι δίαυλοι που είχε η οικογένεια Ερντογάν με τους τότε ενοίκους του Λευκού Οίκου.

Όλα αυτά άλλαξαν δραματικά μετά τα «νταλαβέρια» που είχε με τον Πούτιν και, κάπως έτσι, ο «πολλά βαρύς» Τούρκος Πρόεδρος έφθασε να εκλιπαρεί δυο και πλέον χρόνια τώρα για μια πρόσκληση για τον Λευκό Οίκο και να εκδηλώνει -μερικές φορές και δημοσίως- τον εκνευρισμό του επειδή βρέθηκε εκεί ο Έλληνας πρωθυπουργός. 

Και ενώ τη μια στιγμή ψέγει τους Αμερικανούς, που ενισχύουν τις βάσεις τους στην Ελλάδα, αφού νωρίτερα ο ίδιος απειλούσε να κλείσει όσες ήταν στο έδαφός του (Ιντσιρλίκ), την επομένη παρακαλάει για να αναβαθμίσει την αεροπορική του δύναμη που είναι υποδεέστερη από εκείνη που διαθέτει η –«χρεωκοπημένη», κατ΄ αυτόν- Ελλάδα.

Παρακολουθώντας δημοσιογραφικά την παρουσία του Ερντογάν στην ισπανική πρωτεύουσα δεν μπορώ να πω ότι η στάση και οι κινήσεις του έδιναν την εντύπωση του «κραταιού ηγέτη που όλα τα μάτια ήταν πάνω του». Τουναντίον. Δεν εξέπεμπε κανένα δέος. Και ο λόγος μάλλον ήταν διότι όλοι προεξοφλούσαν εξ αρχής ότι έφθασε στη Μαδρίτη για να κλείσει το «νταλαβέρι» που είχε ξεκινήσει με το υποτιθέμενο βέτο στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ επειδή δήθεν οι Φινλανδοί και οι Σουηδοί υποθάλπουν Κούρδους τρομοκράτες και είχαν εμπάργκο όπλων προς την Άγκυρα.

Ο ίδιος για να δικαιολογήσει τη θέση του είχε επικαλεστεί το ελληνικό βέτο που έμπαινε επί χρόνια στην ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ. Μόνον όμως που, με όλες τις αρνητικές πτυχές που μπορεί κανείς να επισημάνει, η Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία έπειτα από πολυετή και εξαντλητικό διάλογο συνομολόγησαν η Αθήνα με τα Σκόπια, σε τίποτε δεν μπορεί να συγκριθεί με το «Μνημόνιο» της περασμένης Τρίτης που υπέγραψαν Τουρκία, Φινλανδία και Σουηδία και στόχο είχε να δοθεί ένα περιτύλιγμα για να το «πουλήσει» ο Ερντογάν στο εσωτερικό της Τουρκίας τη νέα αναδίπλωσή του.

Θέλετε και το καλύτερο; Οι λεονταρισμοί του κατά της Ελλάδος -και πολύ περισσότερο η γκρίνια για τον εξοπλισμό της με αμερικανικά και γαλλικά όπλα- ήταν πλήρως απόντες από την Σύνοδο του ΝΑΤΟ, όπως και οι ανιστόρητες θεωρίες της αποκαλούμενης «Γαλάζιας Πατρίδας». Τα εξέφρασε όλα αυτά φεύγοντας από την Άγκυρα και τα επανέφερε επιστρέφοντας από τη Μαδρίτη, αφού στο ενδιάμεσο είχε φωτογραφηθεί χαμογελαστός – photo opportunity, το λένε στην Αμερική- δίπλα στον Πρόεδρο Μπάιντεν.

Τούτων δοθέντων, νομίζω ότι υπερβάλλουν όσοι λένε ότι ο Ερντογάν είναι ένας «απρόβλεπτος νταλαβεριτζής». Το πιθανότερο είναι ότι έχουμε να κάνουμε με έναν «προβλέψιμο πολικάντη». 

Ποιος είναι πιο επικίνδυνος, είναι άλλο θέμα!

Παρασκευή 27 Μαΐου 2022

Τι θα αλλάξει αν οι Τούρκοι πουν «γιοκ» στον Ερντογάν;

Μπορεί η γειτονική μας Τουρκία να μην αποτελεί υπόδειγμα κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, πλην, όμως, με εξαίρεση κάποια διαλείμματα κατά τα οποία την εξουσία σφετερίζονταν ο Στρατός, με ανοικτά ή συγκεκαλυμμένα πραξικοπήματα, οι πολιτικές δυνάμεις που ασκούν τη διακυβέρνηση της μεγάλης και τόσο αντιφατικής αυτής χώρας προκύπτουν από εκλογές. 

Ο 68χρονος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κυριαρχεί στο πολιτικό σκηνικό για σχεδόν 30 χρόνια. Αρχικά ως υποψήφιος δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, αξίωμα στο οποίο αναδείχθηκε το μακρινό 1994, εν συνεχεία, από το 2002, ως αρχηγός κόμματος και υποψήφιος πρωθυπουργός και, από το 2014, ως υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, έχει μέχρι τώρα καταφέρει να κερδίζει τη λαϊκή ψήφο κάθε φορά που τη διεκδικεί. 

Στην αρχή, μάλιστα, της καριέρας του είχε, λόγω των ισλαμιστικών απόψεων τις οποίες ενστερνιζόταν από νέος, αντιμετωπίσει διώξεις, κάτι που ο ίδιος επεφύλαξε αργότερα για αρκετούς από τους αντιπάλους του. Ανεξάρτητα, ωστόσο, αν οι περισσότεροι Κούρδοι βουλευτές αντί για την αίθουσα της Εθνοσυνέλευσης, «φιλοξενούνται» σε κελιά φυλακών, η αλήθεια είναι ότι και την εποχή που διωκόμενος ήταν ο Ερντογάν, αλλά και αργότερα που έγινε ο ίδιος διώκτης, είναι οι κάλπες στις οποίες ψηφίζουν οι Τούρκοι που καθορίζουν τις εξελίξεις στη γείτονα.

Όλες αυτές οι επισημάνσεις έχουν τη σημασία τους και χρειάζονται να λαμβάνονται υπόψιν στη δική μας χώρα κάθε φορά που θέλουμε να αναλύσουμε και να κατανοήσουμε τα τεκταινόμενα στην Άγκυρα, στην Κωνσταντινούπολη και, εν γένει, στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου. Απλοϊκότητες του τύπου ότι «έχουμε να κάνουμε με ένα ημιδικτατορικό καθεστώς που διοικείται από την ενός ανδρός αρχή», δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Με άλλα λόγια, ο Ερντογάν ηγείται όλα αυτά τα χρόνια της Τουρκίας επειδή πείθει τους Τούρκους ότι είναι ικανότερος από τους αντιπάλους του. Και, άρα, για να συνεχίσει να ηγείται θα πρέπει να κερδίσει τις επόμενες προεδρικές εκλογές που είναι προγραμματισμένες να γίνουν τον επόμενο Ιούνιο.

Μέχρι τώρα ο Τούρκος Πρόεδρος έβγαινε νικητής από όλες τις αναμετρήσεις στις οποίες λάμβανε μέρος προβάλλοντας ως μεγάλο «ατού» του τη βελτίωση της οικονομικής καθημερινότητας του μέσου συμπατριώτη του. Μπορεί ο πρώην κουλουράς στα σοκάκια της Κωνσταντινούπολης να έχει συσσωρεύσει -ο ίδιος και ο περίγυρος του- αμύθητα πλούτη, ήταν η βελτίωση στη ζωή τους, την οποία είδαν επί των ημερών του οι Τούρκοι, που τον έκαναν να είναι δημοφιλής και να του συγχωρούνται τόσες και τόσες παρασπονδίες.

Επειδή, όμως, στην πολιτική αλλά και στη ζωή όλα έχουν κάποια στιγμή ένα τέλος, φαίνεται ότι, υπό προϋποθέσεις, το τέλος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι μακριά. Η Τουρκία του 2022 αντιμετωπίζει τεράστια οικονομικά προβλήματα. Το νόμισμα της χώρας, η λίρα, καταρρέει. Ο πληθωρισμός τρέχει με ασύλληπτους ρυθμούς που έχω την αίσθηση ότι ο πληθυσμός καμίας δυτικής χώρας δεν θα μπορούσε να ανεχτεί. Τα φαραωνικά έργα που μέχρι πρότινος ήταν η ατμομηχανή της ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας, τώρα έχουν γίνει η παγίδα της ερντογανικής οικονομικής πολιτικής.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Τούρκος Πρόεδρος θα αποχαιρετίσει την εξουσία εφόσον στις επόμενες εκλογές βρεθεί αντιμέτωπος με έναν από τους δημοφιλείς δημάρχους της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου ή της Άγκυρας Μανσούρ Γιαβάς. Τα πράγματα είναι κάπως πιο αισιόδοξα για τον Ερντογάν εφόσον επιμείνει να είναι υποψήφιος ο αντιδημοφιλής αρχηγός του ρεπουμπλικανικού λαϊκού κόμματος (CHP) Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.

Όλα όσα βλέπουμε να διαδραματίζονται τις τελευταίες μέρες στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι απολύτως συμβατά με αυτό το σκηνικό. Το «Μητσοτάκης γιοκ» που εκστόμισε, όχι για πρώτη φορά, ο Ερντογάν μετά την πρόσφατη πολυσήμαντη επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στις ΗΠΑ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σχετίζεται άμεσα με τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας. Είναι προφανές ότι ο Τούρκος Πρόεδρος προσπαθεί να βρει διέξοδο στα συσσωρευμένα αδιέξοδά του με την κατακόρυφη ύψωση των απειλητικών τόνων κατά της Ελλάδας.

Το γεγονός, μάλιστα, ότι η χώρα μας -με την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση να βρίσκονται, ευτυχώς, στο ίδιο μήκος κύματος- αποφεύγει να μπει στον λεκτικό καβγά που μεθοδευμένα φαίνεται να προσπαθεί να πυροδοτήσει η ηγεσία της γείτονος, δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την ήδη δυσχερή θέση στην οποία έχει περιέλθει ο Ερντογάν.

Όσο και αν είναι ελεγχόμενα τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, θα βρεθεί κάποιος αρθρογράφος που θα συγκρίνει την αποθεωτική υποδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον με την αδυναμία του Τούρκου Προέδρου να πετύχει όχι πρόσκληση στον Λευκό Οίκο ή, πολύ περισσότερο, στο Καπιτώλιο, αλλά ένα απλό τηλεφώνημα από τον Τζο Μπάιντεν για να του παραπονεθεί που επί των ημερών του βγήκε η Τουρκία από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των αεροσκαφών F-35 και δεν ανάβει πράσινο φως για την αναβάθμιση των τουρκικών F-16 όπως έχει γίνει ήδη με τα ελληνικά.

Όπως και να έχει, πάντως, μπορεί σωστά να ευχόμαστε οι Τούρκοι να πουν «γιοκ» στον αλαζόνα Ερντογάν όταν στηθούν κάλπες στη γείτονα, αλλά δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες ότι τα πράγματα θα αλλάξουν δραστικά όταν και αν χάσει τις εκλογές ο σημερινός Πρόεδρος της Τουρκίας. Ποιος ξεχνά, άλλωστε, ότι ο εισβολέας της Κύπρου Μπουλέντ Ετσεβίτ ανήκε στην ίδια παράταξη με εκείνους που ευελπιστούμε ότι μπορεί να κατανικήσουν τον Ερντογάν; 

Οι ελπίδες της Ελλάδας δεν μπορεί παρά να εναποτίθενται στις συμμαχίες που συνάπτει, στην ισχύ που η ίδια διαθέτει και στην αποφασιστικότητα της ηγεσίας και του λαού της.

Παρασκευή 20 Μαΐου 2022

Είναι τελικά κακό ή καλό να είσαι «προβλέψιμος»;

Στα δικά μας κοινοβουλευτικά θέσμια δεν συνηθίζεται οι αντιπολιτευόμενοι πολιτικοί να χειροκροτούν τους κυβερνητικούς. Όπως φυσικά και το αντίθετο. Γι΄ αυτό και μόνον ως χαριτολόγημα -που τέτοιο ήταν, είναι η αλήθεια- μπορεί να εκληφθεί το… «παράπονο» ότι στη δική μας Βουλή τον χειροκροτούν μόνον από το δικό του κόμμα που εξέφρασε από το βήμα του Κογκρέσου ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης όταν είδε απέναντί του να πετάγονται σαν ελατήρια από τα έδρανά τους όλοι οι παριστάμενοι βουλευτές και γερουσιαστές για να τον χειροκροτήσουν όρθιοι.

Για την ιστορία, άλλωστε, του πράγματος, μπορώ να μαρτυρήσω -καθώς ήμουν παρών- ότι στην ίδια ακριβώς συνεδρίαση όταν λίγο νωρίτερα ανακοινώθηκε η είσοδος στην αίθουσα της Αντιπροέδρου των ΗΠΑ Καμάλα Χάρις, η οποία προεδρεύει ex officio στη Γερουσία, χειροκρότησαν μόνον οι ομοϊδεάτες της Δημοκρατικοί, ενώ οι Ρεμπουπλικανοί δεν αντέδρασαν. Το ίδιο, εξάλλου, γίνεται και στα περισσότερα δημοκρατικά Κοινοβούλια που απαρτίζονται από κυβερνητικές πλειοψηφίες και αντιπολιτευόμενες μειοψηφίες.

Στις δημοκρατίες τα πράγματα είναι μάλλον απλά και ξεκάθαρα: οι πλειοψηφίες κυβερνούν, οι μειοψηφίες ελέγχουν και αναλόγως με τον τρόπο που ο καθένας ασκεί το καθήκον του κρίνεται από τους πολίτες στις εκλογές. Είναι, λοιπόν, άλλο πράγμα μια πολιτική παράταξη να μην χειροκροτεί την αντίπαλό της και άλλο να προσπαθεί να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα που βοά μπροστά στα μάτια όλων.

Καλώς ή κακώς, στις μέρες μας υπάρχουν τόσο πολλοί δίαυλοι πληροφόρησης που και ο τελευταίος πολίτης, ο οποίος θέλει να αναζητήσει τα γεγονότα για να διαμορφώσει δική του άποψη επ΄ αυτών, έχει πρόσβαση σε τόσες πολλές πηγές που δεν είναι εύκολο να παραπλανηθεί. Υπό αυτό το πρίσμα, αναρωτιέται κάποιος πως μπορεί να δικαιολογηθούν κάποιοι χαρακτηρισμοί στελεχών της αντιπολίτευσης για την ομιλία του πρωθυπουργού στο Κογκρέσο, όπως, για παράδειγμα, το «διασκεδαστική» που χαρακτήρισε ο Πάνος Σκουρλέτης για να εξηγήσει τον ενθουσιασμό με τον οποίο υποδέχτηκε το ακροατήριο των Αμερικανών γερουσιαστών και βουλευτών τα λεγόμενα του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Στην πολιτική, όπως και στη ζωή, δεν υπάρχουν μόνον το άσπρο και το μαύρο, ο θρίαμβος και η καταστροφή. Υπάρχουν, αρκετές ενδιάμεσες καταστάσεις οι οποίες δεν περιγράφονται μόνον με τα «ζήτω» και τα «κάτω». Η αλήθεια είναι ότι οι απλοϊκές προσεγγίσεις αυτού του είδους είναι πολύ εύκολο να εκτοξεύονται αφού δεν προϋποθέτουν προσπάθεια για ψύχραιμη και ουσιαστική επεξεργασία των δεδομένων. Έτσι, με ευκολία επιστρατεύονται ισχυρισμοί περί «προβλέψιμης» εξωτερικής πολιτικής που διατυπώνονται με έναν τρόπο τόσο αρνητικό που δίνει την εντύπωση πως πρόκειται για κάτι πάρα πολύ καταστροφικό.

Είναι όμως έτσι; Μπορεί και πρέπει μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, όπως είναι η Ελλάδα, να διακηρύσσει τις αρχές της ασκούμενης από την πλευρά της εξωτερικής πολιτικής, όπως κάθε φορά επιτάσσουν τα συμφέροντα και οι συμμαχίες της; Ή μήπως είναι προτιμότερο να αλλάζει συνεχώς τους προσανατολισμούς της και να κινείται με την τακτική του «κατά πως φυσάει ο άνεμος»; Το δίλημμα, λοιπόν, κατά βάση είναι το εξής: προβλέψιμη σταθερότητα ή πολιτική του ανεμουρίου που θέλει να τα βάζουμε κατά πάντων και μετά να παραπονούμαστε ότι δεν έχουμε κανέναν μαζί μας; 

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που στη χώρα μας επικαλούνται τον «απρόβλεπτο» Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ως προτεινόμενο υπόδειγμα για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής. Γοητεύονται από το διπλό παιχνίδι που παίζει στην ουκρανική κρίση.

Επαινούν τα τσαλίμια που χρόνια τώρα κάνει βρίζοντας τη μια μέρα το Ισραήλ και συγκρουόμενος την επομένη με την Σαουδική Αραβία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, πριν πάει σχεδόν ως ικέτης για συμφιλίωση μόλις βρει τα δύσκολα και αισθανθεί το κόστος της απομόνωσης. Θαυμάζουν το «ανατολίτικο παζάρι», όπως οι ίδιοι οι θαυμαστές χαρακτηρίζουν, στο οποίο επιδίδεται με αφορμή τις αιτήσεις της Σουηδίας και της Φινλανδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ επειδή θεωρούν ότι έτσι θα κάμψει τις αντιρρήσεις του Κογκρέσου στην άρση του εμπάργκο για προμήθεια αεροσκαφών F-16 και F-35 που με τόσο πάθος διεκδικεί.

Μόνον, όμως, που όλοι όσοι επικαλούνται την απρόβλεπτη πολιτική του Ερντογάν δεν μπορούν -ή δεν θέλουν- να αντιληφθούν ότι η Ελλάδα δεν είναι και -ευτυχώς- δεν πρόκειται να γίνει Τουρκία. Οι λόγοι είναι πολλοί. Είναι γεωστρατηγικοί, πολιτικοί, οικονομικοί, αλλά κυρίως αισθητικοί. Συγκριτικά με την Ελλάδα, η γειτονική μας υπερέχει σημαντικά σε μέγεθος, αλλά και σε γεωστρατηγική θέση. Πουθενά αλλού.

Οι «απρόβλεπτες», όμως, πολιτικές που ακολούθησε η ηγεσία της τα τελευταία χρόνια, δεν μπορεί να υποστηρίξει κάποιος ότι εξυπηρέτησαν τον στόχο της Άγκυρας να βρεθεί στο ευρωπαϊκό κατώφλι. Ούτε, βεβαίως, οι Τούρκοι πολίτες ευνοήθηκαν επειδή η χώρα τους ανέπτυξε στρατεύματα κατοχής όπου μπόρεσε: από τη Συρία έως τη Λιβύη. Κάθε άλλο. Ο πληθωρισμός που κατατρώει τα εισοδήματα των Τούρκων είναι έξι φορές μεγαλύτερος από τον δικό μας. Και εκτοξεύθηκε στα ύψη προτού ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Αλλά αν θέλουμε να το δούμε κι αλλιώς, νομίζω ότι η Ελλάδα όταν ήταν «απρόβλεπτη» -π.χ. όταν διενεργούσε δημοψήφισμα που κανείς δεν γνώριζε που στόχευε- βρέθηκε στην άκρη του γκρεμού. Ο υποχρεωτικός ρεαλισμός στον οποίο -εκούσα, άκουσα- άσκησε η προηγούμενη κυβέρνηση, σε συνδυασμό με τον περισσότερο προβλέψιμο ρεαλισμό που με σχέδιο και μέθοδο ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση, άλλαξαν άρδην τη διεθνή εικόνα της χώρας.

Όποιος διαφωνεί δεν έχει παρά να (ξανα)δεί το βίντεο με την ομιλία του πρωθυπουργού στο Κογκρέσο, η οποία, χωρίς υπερβολή, αποτελεί έναν μοναδικό ύμνο στο ασύγκριτο και διαχρονικό μεγαλείο του Ελληνισμού, το οποίο είναι προβλέψιμα πρωτοποριακό, ενισχύει τους συμμαχικούς δεσμούς που χρειάζεται η χώρα και βελτιώνει, κατά το δυνατόν, τη συλλογική ευημερία των πολιτών της.

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2022

Τα «μαθήματα» μας από την πόρτα του φρενοκομείου που άνοιξε ο Πούτιν

Η θρασύτατη και απροκάλυπτη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επιστρέφει τον πλανήτη και το ανθρώπινο γένος πολλές δεκαετίες πίσω. Η κυνική επιβολή της δύναμης του ισχυρότερου προς τον πλέον αδύνατο γείτονα καταρρακώνει κάθε έννοια διεθνούς νομιμότητας και ευτελίζει όλους τους θεσμούς της διεθνούς συνεννόησης που προσπάθησε να οικοδομήσει η ανθρωπότητα τους τελευταίους αιώνες και κυρίως μετά την οδυνηρή περιπέτεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Όσο λάθη, παρασπονδίες και αστοχίες και αν καταμαρτυρήσει κάποιος στη Δύση, τόσο σε ό,τι αφορά στη συγκεκριμένη κρίση, στην οποία περιορίστηκε να λειτουργεί σαν τον «ψεύτη βοσκό» του ομώνυμου αισώπειου μύθου, όσο και σε παλαιότερες εμπλοκές της σε γεωπολιτικές διενέξεις, ουδείς λογικός άνθρωπος μπορεί να συμβιβαστεί με την παράνοια του καθεστώτος Πούτιν που γυρνάει το ρολόι της παγκόσμιας Ιστορίας σε εποχές που θεωρούσαμε -κακώς, όπως αποδεικνύεται- ότι είχαν παρέλθει ανεπιστρεπτί για τον πολιτισμένο κόσμο.

Από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, άλλωστε, είναι δύσκολο να βρει κανείς αναλογίες με την απροσχημάτιστη κατάλυση της κυριαρχίας μιας ανεξάρτητης χώρας, όπως αυτή που βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ουκρανία από τους εισβολείς της Μόσχας. Ούτε οι πόλεμοι της Κορέας και του Βιετνάμ, ούτε η κρίση της Κούβας, ούτε η εισβολή στο Ιράκ, ούτε οι βομβαρδισμοί των Δυτικών στην πρώην Γιουγκοσλαβία, ούτε οι επεμβάσεις αρχικά των Σοβιετικών και εν συνεχεία των Αμερικανών και των συμμάχων τους στο Αφγανιστάν, μπορεί να συγκριθούν με όσα αποτρόπαια επιφυλάσσουν για το μέλλον του πλανήτη ο θρασύτατος επεκτατισμός του Πούτιν.

Χρειάζεται ενδεχομένως να πάμε πίσω στις παραμονές της τελευταίας μεγάλης παγκόσμιας σύρραξης που προκάλεσε η περιβόητη θεωρία του «ζωτικού χώρου», που επινόησε ο Αδόλφος Χίτλερ για να προωθήσει τα επεκτατικά του σχέδια, ώστε να βρούμε κάτι ανάλογο με την απόφαση του Πούτιν να στείλει στρατεύματα για να καθυποτάξει μια διπλανή χώρα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο αναθεωρητισμός του Ρώσου Προέδρου και η επιμονή του να αλλάξει με τη βία τα μεταψυχροπολεμικά σύνορα στην Ευρώπη… «ανοίγει την πόρτα του φρενοκομείου». Και την ανοίγει τόσο διάπλατα που κανείς δεν ξέρει που μπορεί να μας οδηγήσει.

Πολύ περισσότερο που ο πρώην πράκτορας της KGB που κατοικοεδρεύει τα τελευταία χρόνια στο Κρεμλίνο απεδείχθη ότι δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένας αναξιόπιστος ηγετίσκος ο οποίος κατέφυγε επανειλημμένως σε παραπλανητικά προπαγανδιστικά ψέματα προτού να προχωρήσει στις κατακτητικές του βλέψεις. Βλέψεις τις οποίες κανείς δεν ξέρει που βρίσκεται το όριο τους αν αναλογιστούμε τις αντίστοιχες συμπεριφορές που έχει επιδείξει ως τώρα εις βάρος σχεδόν όλων των γειτόνων του. Η εισβολή, ωστόσο, στην Ουκρανία ξεπερνά τα εσκαμμένα και καταδεικνύει ότι ο δικτάτορας της Μόσχας είναι πλέον πλήρως αποχαλιναγωμένος.

Γι΄ αυτό και αποτελεί παρήγορο γεγονός ότι, με εξαίρεση κάποιους γνωστούς… Κλαζομένιους οι οποίοι μας έχουν συνηθίσει σε ασχημονίες, οι βασικές πολιτικές δυνάμεις στη δική μας χώρα μας κατήγγειλαν απροσχημάτιστα τη ρωσική εισβολή, η οποία μας αφορά άμεσα. Διότι, κακά τα ψέματα, τα «μαθήματα» της Ουκρανίας είναι πολύ σκληρά για ολόκληρο τον πλανήτη και για κάθε εχέφρονα κάτοικό του. 

Είναι, όμως, ακόμη σκληρότερα για μας τους Έλληνες που η γεωγραφία μας… καταδίκασε να γειτνιάζουμε με μια χώρα που οι εκάστοτε ηγεσίες της -και πολύ περισσότερο η σημερινή υπό τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν- διακατέχονται από νοοτροπίες που δεν απέχουν πολύ από τις νοοτροπίες των εισβολέων με τους έρχονται αντιμέτωποι οι άμοιροι Ουκρανοί.

Επειδή, όμως, δεν είναι καθόλου καλό να έχουμε αυταπάτες, είναι προς όφελος μας να ενσκήψουμε συλλογικά για να βγάλουμε τα σωστά συμπεράσματα από όσα συμβαίνουν τις τελευταίες ώρες στην Ουκρανία. Κατά πρώτον, οι ένοπλες δυνάμεις της μάχονται μόνες τους για να αποτρέψουν τους πολυπληθέστερους Ρώσους εισβολείς. Και, κατά δεύτερον, ο χρόνος που θα διαρκέσει η αντίστασή τους είναι ευθέως ανάλογος με τον βαθμό της προετοιμασίας τους, του εξοπλισμού τους και κυρίως της αποφασιστικότητας την οποία θα επιδείξουν.

Μπορεί, λοιπόν, όπως πολλοί λένε, η Ελλάδα να μην είναι Ουκρανία. Ή και ο Ερντογάν μπορεί να μην είναι τόσο ισχυρός ή τόσο θρασύς όσο είναι ο Πούτιν. Πλην, όμως, εκείνο που θα κάνει τη διαφορά και μπορεί να κρατήσει κλειστή την πόρτα του φρενοκομείου στα μέρη μας δεν είναι τίποτε άλλο από τη δική μας ετοιμότητα και αποφασιστικότητα.

Το «είμαστε όλοι Ουκρανοί» είναι το ελάχιστο το οποίο απαιτείται να διατρανώνουμε όλοι μας τούτη τη δύσκολη ώρα.

Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Εύγε στον Νίκο Δένδια – Κάποιος έπρεπε να τα πει!

 

Είτε τα είχε προμελετημένα, όπως είναι το πιθανότερο αλλά και το ευκταίο, είτε τα είπε αυθόρμητα, επειδή έτσι το έφεραν οι συζητήσεις που είχαν προηγηθεί με τον απρόβλεπτο Ερντογάν και τον υποτακτικό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, έπραξε άριστα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας που έθεσε δημόσια όλο το πλέγμα των τουρκικών εξακολουθητικών προκλήσεων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Το γεγονός μάλιστα ότι είπε όσα είπε δημόσια, επί τουρκικού εδάφους και μέσα στο ίδιο το Παλάτι του «Σουλτάνου» Ερντογάν, σε συνδυασμό με τις διατυπώσεις που επέλεξε, χρησιμοποιώντας τη δέουσα ένταση, αλλά και την ψυχραιμία που απαιτείται σε τέτοιες περιστάσεις, κάνει ακόμη πιο αξιέπαινη στη στάση του.

Χωρίς περιττές λεκτικές εξάρσεις ή άλλες λαϊκίστικες υπερβολές προς εσωτερική κατανάλωση, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών ξεμπρόστιασε τις οθωμανικού τύπου μπαγαμποντιές εμφανιζόμενος στην Άγκυρα ως σύγχρονος Ευρωπαίος πολιτικός που εκπροσωπεί μια χώρα που δεν είναι φοβική και διεκδικεί τα δίκαια της.

Η σαφήνεια και η αποφασιστικότητα με την οποία προέβαλε τις πάγιες ελληνικές θέσεις για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και τις τουρκικές παραβιάσεις στην ξηρά, τη  θάλασσα και τον αέρα του Αιγαίου, για τη Συνθήκη της Λωζάνης, τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και την αποστρατικοποίηση των νησιών, για την εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού και το θράσος των Τούρκων να μας εγκαλούν από πάνω και για τα pushback, ικανοποίησαν κάθε εχέφρονα άνθρωπο – Έλληνα ή μη.

Τα επιχειρήματά του, άλλωστε, ήταν στέρεα. Όπως για παράδειγμα όταν αναφέρθηκε στην αποστρατικοποίηση των νησιών και απάντησε στον ομόλογό του λέγοντας: «Γιατί υπάρχει στρατός στα νησιά; Υπάρχει γιατί απειλούνται από κάπου. Ο στρατός κοστίζει χρήματα. Δεν θέλουμε να χαλάμε χρήματα χωρίς λόγο. Υπάρχει κανείς να ισχυρίζεται αυτή τη στιγμή ότι δεν υπάρχει στρατιωτική απειλή και αποβατική δύναμη απέναντι από τα νησιά; Εάν δεν υπάρχει, είναι καλό να μας το πουν».

Αλλά και όταν με… περίτεχνη αβρότητα κατήγγειλε τις παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου και τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. «Και όχι μόνον αυτό, έχει παραβιάσει τα ίδια τα δικαιώματα κυριαρχίας της Ελλάδας», είπε και δίνοντας προσωπικό τόνο απευθύνθηκε στον Τούρκο υπουργό: «Έχει κάνει 400 υπερπτήσεις πάνω από ελληνικό έδαφος, Μεβλούτ. Πάνω από ελληνικό έδαφος. Δεν υπάρχει καμία διάταξη δικαίου που να επιτρέπει πτήση πάνω από το ελληνικό έδαφος…».

Το καλύτερο, όμως, «μάθημα» που έδωσε ο Νίκος Δένδιας στον συνομιλητή του ήταν όταν του εξήγησε ποιος είναι ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πως λειτουργούν τα μέλη της συγκεκριμένης «οικογένειας».

Σε πρώτο πρόσωπο και πάλι του κατέστησε σαφές ότι «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την Ελλάδα δεν είναι «τρίτοι», όπως είχε υποστηρίξει νωρίτερα, ζητώντας εμμέσως πλην σαφώς να μην πιέζουν οι Ευρωπαίοι την Άγκυρα να τερματίσει τις προκλήσεις κατά της Ελλάδας και να σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο.

«Η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι το Συμβούλιο στο οποίο ανήκουμε και στο οποίο έχουμε προτείνει να ανήκετε κι εσείς, όταν γίνετε μέλος», είπε με νόημα για να συμπληρώσει: «Άρα δεν είναι τρίτος, είναι η οικογένειά μας. Είναι οι χώρες με τις οποίες ζούμε μαζί, είναι οι χώρες με τις οποίες συμμεριζόμαστε τις ίδιες αξίες, είναι οι χώρες με τις οποίες συμμεριζόμαστε ένα κοινό μέλλον, ένα κοινό όραμα, ένα χώρο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Το ωραιότερο όλων, πάντως, το φύλαγε για το τέλος ο Έλληνας υπουργός. Η καταληκτική του φράση, σύμφωνα με την οποία «ελπίζω η διαφωνία μας, παρεμπιπτόντως, να μην σε οδήγησε να ματαιώσεις την πρόσκληση για δείπνο, διότι πεινάω εξαιρετικά», θα μείνει στην ιστορία ως το απόλυτο… σφάξιμο με χιούμορ.

Εύγε, λοιπόν, στον Νίκο Δένδια!